Σχετικά άρθρα για τα εξής θέματα :
• Ορισμοί (δομικό έργο, χώρος κύριας και βοηθητικής χρήσης, φυσικός φωτισμός, πληθυσμός κτιρίου, ορόφου ή χώρου ή δομικού έργου, όδευση διαφυγής, χώρος υψηλού βαθμού κινδύνου, τεχνητός αερισμός κτιρίου ή χώρου, φυσική ή κανονική όδευση, ελεύθερο ύψος ορόφου ή χώρου κτιρίου σε τύχουσα θέση, μικτό ύψος ή χώρου σε τύχουσα θέση, ανοίγματα χώρου κτιρίου, άμεσος φυσικός φωτισμός χώρου, έμμεσος φυσικός φωτισμός χώρου, φυσικός αερισμός κτιρίου ή χώρου, άμεσος φυσικός
αερισμός χώρου, έμμεσος φυσικός αερισμός χώρου, τεχνητός αερισμός κτιρίου ή χώρου, ρέμα) : (άρθ. 2)
• Ταξινόμηση κτιρίων & δομικών κατασκευών σύμφωνα με τη χρήση τους : (άρθ. 3)
• Πληθυσμός : (άρθ. 4)
• Δόμηση κοντά σε ρέμα : (άρθ. 5)
• Εκσκαφές : (άρθ. 5 §4.2)
• Χρήση εκρηκτικών : (άρθ. 5 §4.2)
• Θεμελιώσεις : (άρθ. 5 §4.3)
• Πυροπροστασία : (άρθ. 7)
• Ασφάλεια και αντοχή κτιρίων : (άρθ. 8)
• Ελεύθερο ύψος & καθαρός όγκος των χώρων : (άρθ. 8)
• Περίφραξη : (άρθ. 8 §2)
• Τοίχοι, ανοίγματα & κουφώματα : (άρθ. 9)
• Τοίχοι στα όρια οικοπέδων – Μεσότοιχοι: (άρθ. 10)
• Φυσικός φωτισμός – αερισμός : (άρθ. 11)
• Ηχομόνωση- ηχοπροστασία : (άρθ. 12)
• Κλίμακες : (άρθ. 13)
• Κεκλιμένα επίπεδα κυκλοφορίας πεζών (ράμπες) : (άρθ. 14)
• Στηθαία : (άρθ. 15)
• Χειρολισθήρες (κουπαστές) : (άρθ. 16)
• Κινητά προστεγάσματα : (άρθ. 17)
• Απομάκρυνση ομβρίων από εξώστες & δώματα : (άρθ. 18)
• Εσωτερικές στοές : (άρθ. 19)
• Πλάτη παρόδιων στοών : (άρθ. 20)
• Προσπέλαση προς εισόδους – εξόδους κτιρίων : (άρθ. 21)
• Κατασκευές & εγκαταστάσεις κάτω από την επιφάνεια των προκηπίων : (άρθ. 22)
• Φύτευση οικοπέδων : (άρθ. 23)
• Πεζοδρόμια : (άρθ. 24)
• Υποχρέωση υποβολής μελετών υδραυλικών & ηλεκτρομηχανολογικών εγκαταστάσεων : (άρθ. 25)
• Εσωτερικές υδραυλικές εγκαταστάσεις : (άρθ. 26)
• Εγκαταστάσεις θέρμανσης : (άρθ. 27)
• Εγκατάσταση κλιματισμού -αερισμού : (άρθ. 28)
• Μηχανοστάσια κλιματισμού : (άρθ. 28 §2)
• Σωληνώσεις -αεραγωγοί : (άρθ. 28 §3)
• Θόρυβος -κραδασμοί : (άρθ. 28 §4)
• Ανελκυστήρες : (άρθ. 29)
• Εσωτερικές ηλεκτρικές εγκαταστάσεις : (άρθ. 30)
• Ηλεκτρικές εγκαταστάσεις ισχυρών ρευμάτων : (άρθ. 30 §1)
• Υποσταθμοί : (άρθ. 30 §2)
• Εγκαταστάσεις ασθενών ρευμάτων : (άρθ. 30 §3)
• Αλεξικέραυνα : (άρθ. 31)
• Γραμματοκιβώτια : (άρθ. 32)
• Κιβώτια προσωρινής αποθήκευσης απορριμμάτων : (άρθ. 33)
Συμπληρώθηκε από την :
· Υ.Α. οικ. 59283/2002, (ΦΕΚ 558/Δ/4.7.2002) «Συμπλήρωση της § 3 του αρθ. 2 της υ.α 3046/304/30.1.89 ΠΕΧΩΔΕ «κτιριοδομικός
κανονισμός»»
Τροποποιήθηκε από την :
· N. 4495/2017, (ΦΕΚ 167/Α/3.11.2017) «Έλεγχος και προστασία του Δομημένου Περιβάλλοντος και άλλες διατάξεις»
· Ν. 4258/2014, (ΦΕΚ 94/Α/14.4.2014)«Διαδικασία οριοθέτησης και ρυθμίσεις θεμάτων για τα υδατορέματα – ρυθμίσεις
Πολεοδομικής νομοθεσίας και άλλες διατάξεις»
· Υ.Α. οικ. 41020/819/2012, (ΦΕΚ 2776/Β/15.10.2012) «Καθορισμός των τεχνικών προδιαγραφών για τα εσωτερικά δίκτυα
ηλεκτρονικών επικοινωνιών και τροποποίηση του άρθρου 30 (εσωτερικές ηλεκτρικές εγκαταστάσεις) του κτιριοδομικού κανονισμού»
· Υ.Α. οικ. 999/2007, (ΦΕΚ 57/Β/24.1.2007) «Τροποποίηση του άρθρου 30 της υπ αριθ. 3046/304/3.2.1989 (ΦΕΚ 59/Δ/1989),
απόφασης Αναπληρωτή Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.ΔΕ. Περί Κτιριοδομικού Κανονισμού»
· Υ.Α. οικ. 12472/2005, (ΦΕΚ 366/Δ/5.4.2005) «Συμπλήρωση της παρ. 3 του άρθρου 2 της Αποφ. 3046/304/1989 «Κτιριοδομικός
Κανονισμός» (59/Δ)»
· Υ.Α. 31856/2003, (ΦΕΚ 1257/Β/3.9.2003) «Τεχνικός κανονισμός εγκαταστάσεων υγραερίου στα κτίρια (πλην βιομηχανιών –
βιοτεχνιών)» → → → (καταργήθηκε το πρώτο εδάφιο της §2.4.3.4 του άρθ. 27)
· Υ.Α. οικ. 52701/1997, (ΦΕΚ 380/Δ/16.5.1997) «Τροποποίηση του άρθρου 25 της 3046/304/3.2.1989 (ΦΕΚ 59/Δ/1989) Απόφασης
περί Κτιριοδομικού Κανονισμού»
· Υ.Α. 10256/1926/1997, (ΦΕΚ 329/Δ/21.4.1997) «Τροποποίηση της υ.α 3046/304/30.1.1989 «Κτιριοδομικός Κανονισμός» (59/Δ)»
· Υ.Α. 80798/5390/1993, (ΦΕΚ 987/Δ/18.8.1993) «Συμπλήρωση της 3046/304/1989 απόφασης του Υπουργού ΠΕΧΩΔΕ «Κτιριοδομικός
Κανονισμός» (59/Δ)»
· Υ.Α. 30189/38γ/1992, (ΦΕΚ 146/Δ/12.2.1992) «Προαιρετική εφαρμογή διατάξεων περί Αντισεισμικού Αρμού»
· Υ.Α. οικ. 35622/1991, (ΦΕΚ 918/Δ/18.12.1991) «Αναστολή ισχύος διατάξεων περί Αντισεισμικού Αρμού»
· Υ.Α. οικ. 18738/1990, (ΦΕΚ 160/Δ/27.3.1990) «Τροποποίηση της παραγράφου 3.6 του άρθρου 5 του Κτιριοδομικού Κανονισμού»
· Υ.Α. 49977/3068/1989, (ΦΕΚ 535/Β/30.6.1989) «Τροποποίηση της υπ αριθ. 3046/304/30.1.1989 απόφασης «Κτιριοδομικός
Κανονισμός» (96/Β/1989)»
Ο ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΚΑΙ ∆ΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ
Έχοντας υπόψη:
Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και ∆ηµοσίων Έργων Μανόλη Παπαστεφανάκι» (ΦΕΚ
549/Β’/1987), αποφασίζουµε:
Άρθρο 1
Σκοπός του κανονισµού αυτού είναι η ρύθµιση της κατασκευής των δοµικών έργων στο σύνολό τους και στα επί µέρους στοιχεία τους, έτσι ώστε να εξυπηρετούν τη χρήση για την οποία προορίζονται και σε κανονικές συνθήκες συντήρησης του έργου, για µια οικονοµικώς αποδεκτή διάρκεια ζωής να ικανοποιούν τις παρακάτω απαιτήσεις:
Άρθρο 2 Ορισµοί για την εφαρµογή του παρόντος.
Σύµφωνα µε τα παραπάνω, δοµικά έργα είναι π.χ. τα κτίρια ανεξάρτητα από τα υλικά και τον τρόπο κατασκευής τους, οι γέφυρες, οι τοίχοι αντιστήριξης, οι περιφράξεις, οι πέργκολες, οι δεξαµενές αποθήκευσης καυσίµων υλικών ανεξάρτητα από τον τρόπο κατασκευής τους και το σκοπό που εξυπηρετούν, οι οικίσκοι που εδράζονται στο έδαφος απευθείας ή σε τροχούς κλπ.
Οι υπόλοιποι χώροι των κτιρίων είναι βοηθητικής χρήσης. Για παράδειγµα στα κτίρια µε χρήση κατοικίας χώροι κύριας χρήσης είναι τα υπνοδωµάτια, οι χώροι διηµέρευσης (καθιστικά, σαλόνια, τραπεζαρίες, χώροι παιχνιδιού), οι κουζίνες, τα γραφεία κλπ.
Χώροι βοηθητικής χρήσης είναι µεταξύ άλλων οι ακόλουθοι:
Είναι ο φυσικός φωτισµός που προέρχεται από ανοίγµατα του χώρου, που επικοινωνούν αµέσως µε το ύπαιθρο ή µε υµιϋπαίθριο χώρο, χωρίς την παρεµβολή άλλου κλειστού χώρου.
13.Άµεσος φυσικός αερισµός χώρου: Είναι ο φυσικός αερισµός που προέρχεται από ανοίγµατα του χώρου, που επικοινωνούν αµέσως µε το ύπαιθρο ή µε υµιϋπαίθριο χώρο, χωρίς την παρεµβολή άλλου κλειστού χώρου.
Είναι χώρος κτιρίου ή δοµικού έργου, τα περιεχόµενα του οποίου παρουσιάζουν µεγάλη αναφλεξιµότητα, ταχύτητα επιφανειακής εξάπλωσης της φλόγας και έκλυση θερµότητας ή παράγουν πολλά τοξικά καυσαέρια ή έχουν κίνδυνο έκρηξης.
Άρθρο 3
Ταξινόµηση των κτιρίων και των δοµικών κατασκευών σύµφωνα µε τη χρήση τους για την εφαρµογή του παρόντος.
Β. Προσωρινή διαµονή.
Γ. Συνάθροιση κοινού. ∆. Εκπαίδευση.
Ε. Υγεία και Κοινωνική Πρόνοια.
Ζ. Σωφρονισµός.
Η. Εµπόριο.
Θ. Γραφεία.
Ι. Βιοµηχανία – Βιοτεχνία.
Κ. Αποθήκευση.
Λ. Στάθµευση αυτοκινήτων και πρατήρια υγρών καυσίµων.
Μ. Λοιπές χρήσεις.
1.Α. Κατοικία:
Στην κατηγορία αυτή περιλαµβάνονται όσα κτίρια ή τµήµατα κτιρίων χρησιµοποιούνται για να παρέχουν στους ενοίκους τους χώρους κατάλληλους τουλάχιστο για ύπνο και σωµατική υγιεινή και καθαριότητα, όπου οι ένοικοί τους διαµένουν µόνιµα ή εποχιακά.
Στην κατηγορία αυτή ανήκουν:
1.Β. Προσωρινή διαµονή:
Στην κατηγορία αυτή περιλαµβάνονται όσα κτίρια ή τµήµατα κτιρίων χρησιµοποιούνται για να παρέχουν στους ενοίκους τους κατάλληλους χώρους για ύπνο και σωµατική υγιεινή και καθαριότητα, εφ’ όσον δεν περιλαµβάνονται στις κατηγορίες κατοικίας, υγείας και κοινωνικής προνοίας και σωφρονισµού. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν µεταξύ άλλων και:
1.Γ. Συνάθροιση κοινού:
Στην κατηγορία αυτή περιλαµβάνονται όσα κτίρια ή τµήµατα κτιρίων ή δοµικά έργα ή υπαίθριοι χώροι που περιορίζονται από δοµικά στοιχεία, χρησιµοποιούνται για τη συνάθροιση πενήντα τουλάχιστον ατόµων για κοινωνικές, οικονοµικές, θρησκευτικές, επιστηµονικές, εκπαιδευτικές, πολιτιστικές, ψυχαγωγικές ή αθλητικές εκδηλώσεις και δραστηριότητες, καθώς επίσης και για αναµονή συγκοινωνιακών µέσων. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν µεταξύ άλλων και:
1.∆. Εκπαίδευση:
Στην κατηγορία αυτή περιλαµβάνονται όσα κτίρια ή τµήµατα κτιρίων χρησιµοποιούνται για τη συνάθροιση έξι µέχρι 49 ατόµων για διδασκαλία.
Στην κατηγορία αυτή ανήκουν µεταξύ άλλων και:
1.Ε. Υγεία και Κοινωνική Πρόνοια:
Στην κατηγορία αυτή περιλαµβάνονται όσα κτίρια ή τµήµατα κτιρίων χρησιµοποιούνται για ιατρική πρόληψη, διάγνωση ή και θεραπεία, για περίθαλψη ατόµων ηλικιωµένων ή ασθενών ή µειωµένης πνευµατικής ή σωµατικής ικανότητας, για ύπνο και σωµατική υγιεινή βρεφών και παιδιών ηλικίας µικρότερης των έξι ετών.
Στην κατηγορία αυτή ανήκουν µεταξύ άλλων και:
Κατ’ εξαίρεση, τα οδοντιατρεία και τα ιατρεία που δε διαθέτουν νοσηλευτική κλίνη ούτε µονάδα εφαρµογής ισοτόπων ούτε ακτινολογικό εργαστήριο ούτε εγκαταστάσεις φυσιοθεραπείας ανήκουν στην κατηγορία Θ Γραφείων.
1.Ζ. Σωφρονισµός:
Στην κατηγορία αυτή περιλαµβάνονται όσα κτίρια ή τµήµατα κτιρίων χρησιµοποιούνται για κράτηση, σωφρονισµό ή έκτιση ποινών.
Στην κατηγορία αυτή ανήκουν µεταξύ άλλων και:
1.Η. Εµπόριο:
Στην κατηγορία αυτή περιλαµβάνονται όσα κτίρια ή τµήµατα κτιρίων ή δοµικά έργα χρησιµοποιούνται για την έκθεση ή και πώληση εµπορευµάτων, την περιποίηση ή καλλωπισµό ατόµων, την επιδιόρθωση ή άλλη επεξεργασία αγαθών, που δεν περιλαµβάνονται στην κατηγορία της βιοµηχανίας – βιοτεχνίας. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν µεταξύ άλλων και:
1.Θ. Γραφεία:
Στην κατηγορία αυτή περιλαµβάνονται όσα κτίρια ή τµήµατα κτιρίων χρησιµοποιούνται για πνευµατικές ή διοικητικές δραστηριότητες, δηµόσιες ή ιδιωτικές ή για επιχειρηµατικές δραστηριότητες, εφ’ όσον δεν περιλαµβάνονται στην κατηγορία εµπορίου.
Στην κατηγορία αυτή ανήκουν µεταξύ άλλων και:
1.Ι. Βιοµηχανία – Βιοτεχνία:
Στην κατηγορία αυτή περιλαµβάνονται όσα κτίρια ή τµήµατα κτιρίων ή δοµικά έργα στεγάζουν βιοµηχανίες, βιοτεχνίες, εργαστήρια, παρασκευαστήρια, υπηρεσίες µε σηµαντικό ηλεκτροµηχανολογικό εξοπλισµό.
Στην κατηγορία αυτή ανήκουν µεταξύ άλλων και:
1.Κ. Αποθήκευση:
Στην κατηγορία αυτή περιλαµβάνονται όσα κτίρια ή τµήµατα κτιρίων ή δοµικά έργα χρησιµοποιούνται για αποθήκευση αγαθών, φύλαξη αντικειµένων ή στέγαση ζώων.
Στην κατηγορία αυτή ανήκουν µεταξύ άλλων και:
1.Λ. Στάθµευση αυτοκινήτων και πρατήρια υγρών καυσίµων:
Στην κατηγορία αυτή περιλαµβάνονται όσα κτίρια ή τµήµατα κτιρίων ή δοµικά έργα χρησιµοποιούνται για τη στάθµευση αυτοκινήτων, δικύκλων ή τρικύκλων ή για πρατήρια υγρών καυσίµων, ή για πλυντήρια αυτοκινήτων. 1.Μ. Λοιπές χρήσεις:
Στην κατηγορία αυτή περιλαµβάνονται όσα κτίρια ή τµήµατα κτιρίων ή δοµικά έργα έχουν τέτοια χρήση, ώστε να µη µπορούν να ταξινοµηθούν σε καµία από τις προηγούµενες κατηγορίες.
Κτίριο ή δοµικό έργο που έχει περισσότερες της µιας χρήσεις χαρακτηρίζεται ως µικτής χρήσης. Στην περίπτωση αυτή κάθε τµήµα του χαρακτηρίζεται µε τη δική του χρήση. Και υπάγεται στους αντίστοιχους κανονισµούς.
Ειδικά στις περιπτώσεις που για τη λειτουργία ενός ενιαίου οργανισµού είναι απαραίτητο να συνυπάρχουν στο ίδιο κτίριο περισσότερες της µιας χρήσεις, για την εξυπηρέτηση αποκλειστικά της κύριας χρήσης, τότε το κτίριο µπορεί να χαρακτηριστεί συνολικά µε τη χρήση που κυριαρχεί.
Άρθρο 4
Πληθυσµός
Ο πληθυσµός, ανάλογα µε τη χρήση του χώρου, του κτιρίου ή του δοµικού έργου, υπολογίζεται σύµφωνα µε τα ακόλουθα:
Ένα άτοµο ανά 18 τετραγωνικά µέτρα µικτού εµβαδού.
Ένα άτοµο ανά 18 τετραγωνικά µέτρα µικτού εµβαδού.
Ο πληθυσµός είναι ίσος µε το άθροισµα του µέγιστου προβλεπόµενου αριθµού κρατουµένων, του µέγιστου αριθµού εργαζοµένων, που προβλέπεται να βρίσκονται σε κανονικές συνθήκες οποιαδήποτε ώρα και ηµέρα στο κτίριο ή τµήµα του κτιρίου και του µέγιστου αριθµού επισκεπτών που προβλέπεται από τον κανονισµό κάθε κτιρίου ή τµήµατος κτιρίου µε χρήση σωφρονισµού.
Ένα άτοµο ανά 9 τετραγωνικά µέτρα µικτού εµβαδού.
Ένα άτοµο ανά 10 τετραγωνικά µέτρα µικτού εµβαδού. Κατ’ εξαίρεση, σε κτίρια και δοµικά έργα που από το σχεδιασµό τους είναι κατάλληλα µόνο για συγκεκριµένες προκαθορισµένες λειτουργίες, οι οποίες χαρακτηρίζονται από µικρή αναλογία πληθυσµού προς το εµβαδόν τους, ενώ µεγάλο µέρος του εµβαδού τους καταλαµβάνεται από εξοπλισµό ως πληθυσµός υπολογίζεται ο µέγιστος αριθµός ατόµων, που χρησιµοποιούν το χώρο σε οποιεσδήποτε πιθανές συνθήκες λειτουργίας.
Ένα άτοµο ανά 50 τετραγωνικά µέτρα µικτού εµβαδού.
Άρθρο 8
Ασφάλεια και αντοχή κτιρίων
Με ειδικούς κανονισµούς καθορίζονται ο βαθµός ασφάλειας και άνεσης ή αντοχής σε ζηµιές, ανάλογα µε τη χρήση του κτιρίου, του χώρου ή του δοµικού έργου, τις συνθήκες του περιβάλλοντος και την πηγή του κινδύνου.
Για την εξασφάλιση των όρων της παραγράφου 1 απαιτείται:
Όπως π.χ.: Να µην προσθέτουν ούτε να δέχονται φορτία από τα γειτονικά κτίρια ή δοµικά έργα. Να µην επηρεάζουν το έδαφος θεµελίωσης των γειτονικών κτιρίων ή δοµικών έργων, ούτε να δέχονται από αυτά επιρροές τέτοιες, ώστε να µεταβάλλουν τα τεχνικά χαρακτηριστικά του εδάφους θεµελίωσης κλπ.
Ειδικότερες απαιτήσεις µπορεί να καθορίζονται από ειδικούς κανονισµούς για τµήµατα του κτιρίου ή δοµικού έργου που συνορεύουν µε κοινόχρηστους χώρους, οι οποίοι έχουν ιδιαίτερη σηµασία για τη διέλευση ανθρώπων, στις περιπτώσεις εκτάκτων περιστασιακών, όπως σεισµού ή πυρκαγιάς.
Για την εξασφάλιση της αντοχής των κτιρίων ή δοµικών έργων, απαιτείται:
Ειδικοί κανονισµοί ή τεχνικές οδηγίες µπορεί να προσδιορίζουν τον τρόπο κατασκευής των δοµικών αυτών στοιχείων.
Ο βαθµός των ανεκτών βλαβών κατά περίπτωση προσδιορίζεται στους σχετικούς κανονισµούς.
Σε ειδικές περιπτώσεις γειτνίασης µε κτίρια ή δοµικά έργα ιδιαίτερης σηµασίας, όπως µνηµεία, ορισµένα ειδικά κτίρια, µπορεί να επιβάλλονται µεγαλύτερες αποστάσεως.
Ο δηµιουργούµενος τυχόν αρµός, σε περίπτωση δόµησης σε ανάλογη απόσταση από το όριο γειτονικού κτιρίου ή δοµικού έργου, πρέπει να φράσσεται σύµφωνα µε τυχόν ισχύουσες ειδικές περί αρµών διατάξεις µε δαπάνες και επιµέλεια του τελευταίου οικοδοµούντος.
Ο αρµός αυτός κατασκευάζεται έτσι ώστε να ικανοποιεί και τις απαιτήσεις πυροπροστασίας, θερµοµόνωσης, ηχοµόνωσης και υγροµόνωσης των κτιρίων ή δοµικών έργων. Η παράγραφος αυτή δεν ισχύει σε περίπτωση προσθηκών καθ’ύψος.
Η εκπόνηση των µελετών και η εκτέλεση των εργασιών των κτιριακών έργων γίνεται αφού προηγουµένως, διαπιστώνεται η ποιότητα και υπολογίζεται η αντοχή του εδάφους θεµελίωσής τους, µε βάση τα τεχνικά στοιχεία του, συνδυαζόµενα µε το βαθµό της σεισµικής επικινδυνότητας της περιοχής όπου βρίσκονται.
Τα παραπάνω τεχνικά στοιχεία του εδάφους πρέπει να προκύπτουν από εδαφοτεχνική έρευνα που διενεργείται σύµφωνα µε τους ειδικούς σχετικούς κανονισµούς.
Μέχρι την έκδοση των παραπάνω κανονισµών τα εδαφοτεχνικά χαρακτηριστικά εκτιµώνται από το µελετητή του έργου, που µπορεί να συνεκτιµά και τις σχετικές πληροφορίες, που τυχόν υπάρχουν για την περιοχή, όπου βρίσκεται το έργο. Ειδικοί κανονισµοί µπορούν να επιβάλλουν τη διενέργεια εργαστηριακής ή άλλης εδαφοτεχνικής έρευνας, και να καθορίζουν τους όρους διενέργειάς της, τα στοιχεία που πρέπει να περιλαµβάνει και το πεδίο εφαρµογής της (γεωγραφικές περιοχές, κατηγορία κτιρίου, µικροζωνικές κλπ.).
Κατά τη διενέργεια εκσκαφών µέσα στις πόλεις και γενικά σε περιοχές όπου υπάρχουν οικοδοµές απαγορεύεται η χρήση εκρηκτικών υλών, εκτός αν δεν µπορούν να διενεργηθούν µε άλλο τρόπο. Αυτό τεκµηριώνεται µε σχετική έκθεση του επιβλέποντα µηχανικού, στην οποία αναφέρονται και τα µέτρα που πρέπει να ληφθούν για την ασφάλεια του κοινού και των γειτονικών ακινήτων.
Με βάση την πιο πάνω έκθεση εκδίδεται ειδική άδεια χρήσης εκρηκτικών υλών από την αρµόδια πολεοδοµική υπηρεσία που κοινοποιείται υποχρεωτικά στην αρµόδια αστυνοµική υπηρεσία της περιοχής, όπου βρίσκεται το ακίνητο και σε κάθε περίπτωση περιλαµβάνει τα αναγκαία µέτρα ασφάλειας.
Κατά την εκτέλεση των εργασιών εκσκαφών και θεµελιώσεων των κτιριακών έργων, λαµβάνονται υπόψη οι πιο κάτω όροι, περιορισµοί και προβλέψεις.
Σε περίπτωση εκτέλεσης θεµελιώσεων ή εκσκαφών σε στάθµη που βρίσκεται χαµηλότερα από αυτήν των οµόρων κτιρίων ή δοµικών έργων πρέπει να λαµβάνονται µέτρα προστασίας, τόσο του συνόλου, όσον και των επί µέρους δοµικών στοιχείων και εγκαταστάσεών τους από κάθε κίνδυνο βλάβης τους όχι µόνο στη διάρκεια της κατασκευής, αλλά και µετά από αυτή.
Κατ’ εξαίρεση επιτρέπεται τα στοιχεία θεµελίωσης των κτιριακών και δοµικών έργων να προεξέχουν µέχρι 0,30 του µέτρου έξω από τις εγκεκριµένες ρυµοτοµικές γραµµές, εφόσον το πάνω µέρος τους βρίσκεται σε βάθος µεγαλύτερο από 2,50 µ. από την οριστική στάθµη του κοινόχρηστου χώρου στη συγκεκριµένη θέση. Επίσης κατ’ εξαίρεση επιτρέπεται τα στοιχεία αυτά να προεξέχουν µέσα στα προκήπια των οικοπέδων µέχρι το ένα τρίτο του πλάτους τους, εφόσον το πάνω µέρος τους βρίσκεται σε βάθος µεγαλύτερο από 1.00 µ. από την οριστική στάθµη του κοινόχρηστου χώρου στην αντίστοιχη θέση της ρυµοτοµικής γραµµής.
Ειδικοί κανονισµοί είναι δυνατό να ρυθµίζουν θέµατα ασφάλειας και αντοχής για κτίρια µεγάλου ύψους, δηλαδή να ορίζουν ειδικές απαιτήσεις, διαφορετικές από αυτές του παρόντος άρθρου ή των ειδικών κανονισµών που ισχύουν, να κατατάσσουν τα κτίρια µε κριτήριο και το ύψος τους σε κατηγορίες και γενικά να ρυθµίζουν κάθε θέµα που προκύπτει από τους αυξηµένους κίνδυνους που παρουσιάζουν τα κτίρια αυτά σε θέµατα ασφάλειας και αντοχής.
Γενικά ψηλά κτίρια, για την εφαρµογή του παρόντος, θεωρούνται τα κτίρια ύψους µεγαλύτερου των 21 µέτρων.
Άρθρο 5
∆όµηση κοντά σε ρέµατα
Εάν δεν έχουν κατασκευαστεί τα έργα διευθέτησης του ρέµατος, η δόµηση επιτρέπεται σε απόσταση τουλάχιστον 10 µ. από την οριογραµµή.
Αν το ρέµα έχει αντικατασταθεί µε άλλον αποδέκτη (αγωγό αποχέτευσης ή απορροής των νερών), η δόµηση επιτρέπεται µόνον εφ’ όσον διαπιστωθεί κατά τον έλεγχο της µελέτης από την πολεοδοµική υπηρεσία ότι δεν παραβλάπτονται οι κοινόχρηστοι αγωγοί, σύµφωνα µε τις σχετικές οδηγίες της αρµόδιας για τα ρέµατα υπηρεσίας.
Άρθρο 7
Πυροπροστασία
Άρθρο 8
Ελεύθερο ύψος και καθαρός όγκος των χώρων των κτιρίων.
Άρθρο 9
Τοίχοι, ανοίγµατα και κουφώµατα.
Οι τοίχοι, µε κριτήρια τη θέση τους, τη δοµή τους και τη στατική τους λειτουργία, κατατάσσονται στις ακόλουθες κατηγορίες:
Οι τοίχοι κτιρίου κατατάσσονται ανάλογα µε τη θέση τους στις ακόλουθες υποκατηγορίες:
Μπορεί να κατασκευάζονται επί τόπου ή να είναι προκατασκευασµένοι.
Οι τοίχοι και τα κουφώµατα πρέπει να έχουν κατά περίπτωση τις ακόλουθες ιδιότητες, ανάλογα µε την κατηγορία στην οποία ανήκουν, ώστε να παρέχουν:
Η ιδιότητα αυτή απαιτείται από όλους τους τοίχους και τα κουφώµατα και ιδιαίτερα από τους κτιστούς, µη φέροντες τοίχους των κτιρίων, για τους οποίους θεσπίζονται κατασκευαστικές προδιαγραφές ευστάθειας στο σεισµό. Για τους φέροντες τοίχους η ιδιότητα αυτή εξασφαλίζεται µε το στατικό αντισεισµικό υπολογισµό τους.
Η ιδιότητα αυτή απαιτείται από όλους τους εξωτερικούς τοίχους και τα κουφώµατα των κτιρίων καθώς και από τους τοίχους υπαίθρου και τα κουφώµατά τους.
Πυραντίσταση πρέπει να έχουν ορισµένοι τοίχοι των κτιρίων και τα κουφώµατα που βρίσκονται σε αυτούς τους τοίχους, όπως καθορίζεται στον κανονισµό πυροπροστασίας κτιρίων.
Τα εσωτερικά τελειώµατα των τοίχων και κουφωµάτων πρέπει να έχουν ταχύτητα επιφανειακής εξάπλωσης της φλόγας κάτω από τα όρια, όπως καθορίζονται στον κανονισµό πυροπροστασίας κτιρίων.
Οι εξωτερικοί τοίχοι και τα κουφώµατα του κτιρίου πρέπει να συµβάλουν στη θερµοµόνωση του κτιρίου, έτσι ώστε το κτίριο να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του κανονισµού θερµοµόνωσης κτιρίων.
Οι τοίχοι και τα κουφώµατα των κτιρίων πρέπει να έχουν την ηχοµονωτική ικανότητα που απαιτείται κατά περίπτωση όπως ορίζεται στο άρθρο 12 του παρόντος κανονισµού.
Οι εξωτερικοί τοίχοι και τα κουφώµατα των κτιρίων δεν πρέπει να βλάπτονται από την υγρασία και κατασκευάζονται έτσι ώστε να αποκλείουν την είσοδο υγρασίας στο κτίριο. Το ίδιο ισχύει και για τους τοίχους και κουφώµατα που περιβάλλουν χώρους όπου υπάρχουν υδραυλικοί υποδοχείς.
Οι εξωτερικές επιφάνειες των εξωτερικών τοίχων και τα εξωτερικά κουφώµατα των κτιρίων κατασκευάζονται µε υλικά που αντέχουν την ηλιακή ακτινοβολία.
Οι επιφάνειες των τοίχων και των κουφωµάτων ανάλογα µε τη χρήση τους, έχουν τέτοια µηχανική αντοχή, ώστε να µην παραµορφώνονται σε κανονικές συνθήκες.
Οι τοίχοι επιτρέπεται να φέρουν επενδύσεις εφόσον έχουν την κατάλληλη δοµή και διαστάσεις. Σε κάθε περίπτωση οι επενδύσεις στερεώνονται µε ασφάλεια στους τοίχους.
Άρθρο 10
Τοίχοι στα όρια των οικοπέδων – Μεσότοιχοι.
Ο καθένας από τους πιο πάνω τοίχους είναι εξωτερικός τοίχος του κάθε κτιρίου και πρέπει να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του κανονισµού αυτού.
Στην περίπτωση αυτή µπορεί να κατασκευάζεται περίφραγµα.
Μεσότοιχοι κτιρίων που έχουν κατασκευαστεί πριν τις 30-9-1955 απαγορεύεται να κατεδαφιστούν χωρίς τη συγκατάθεση των ιδιοκτητών των κτιρίων. Οι µεσότοιχοι που δεν κατεδαφίζονται ενσωµατώνονται στο υπό ανέγερση κτίριο ή σε τµήµα του κτιρίου σε περίπτωση προσθήκης.
5.Κατά την ανέγερση κτιρίου σε επαφή µε διατηρούµενο µεσότοιχο ή προσθήκη σε κτίριο που περιλαµβάνει µεσότοιχο, δεν επιτρέπεται η µεταβίβαση φορτίων σ’ αυτόν µε οποιοδήποτε τρόπο.
Σε περίπτωση µεσότοιχου επικινδύνως ετοιµόρροπου δεν εφαρµόζεται η παραπάνω διαδικασία αλλά οι διατάξεις περί επικίνδυνων κτιρίων.
Ανοίγµατα που αντιβαίνουν στην απαγόρευση της προηγούµενης παραγράφου δεν κλείνονται µε πράξη της διοίκησης, αλλά ύστερα από δικαστική απόφαση, που εκτελείται σύµφωνα µε τις διατάξεις της πολιτικής δικονοµίας.
Άρθρο 11
Φυσικός φωτισµός και αερισµός
Επίσης άµεσο φυσικό φωτισµό και αερισµό πρέπει να έχουν και οι εξής χώροι εφόσον δεν εξαιρούνται της απαίτησης φυσικού φωτισµού και αερισµού κατά την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου: – οι αίθουσες διδασκαλίας, µε εξαίρεση τα αµφιθέατρα,
Για φωτισµό και αερισµό χώρων βοηθητικής χρήσης, αρκεί να εξασφαλίζονται διαστάσεις ∆ κάθετα προς το άνοιγµα και 1,20 παράλληλα προς αυτό.
4.4. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής δεν έχουν υποχρεωτική εφαρµογή στις καθ’ ύψος προσθήκες κτιρίων που έχουν ανεγερθεί µε προϊσχύουσες διατάξεις, όπου εφαρµόζονται οι σχετικές διατάξεις του άρθρου 23 του Ν. 1577/85 «ΓΟΚ, όπως αυτές ισχύουν.
α) Του ελεύθερου από δοµικά στοιχεία τµήµατος της ανοιχτής πλευράς του ηµιϋπαίθριου χώρου που αντιστοιχεί στο φωτιζόµενο χώρο.
β) Του ελεύθερου από δοµικά στοιχεία κατακόρυφου επιπέδου, κάτω από τον εξώστη ή προστέγασµα που αντιστοιχεί στο φωτιζόµενο χώρο.
γ) Του ανοίγµατος του φωτιζόµενου χώρου µετρούµενο σύµφωνα µε την προηγούµενη υποπαράγραφο 5.1.3. δεν υπολείπεται του 10% του αθροίσµατος των εµβαδών του δαπέδου του φωτιζόµενου χώρου και της οροφής του ηµιϋπαίθριου χώρου, εξώστη ή προστεγάσµατος που αντιστοιχεί στο φωτιζόµενο χώρο.
Εξωτερικές πόρτες προσιτές από τους κοινόχρηστους χώρους του οικισµού που παραµένουν συνήθως κλειστές για λόγους ασφάλειας δεν προσµετρώνται.
Προσµετρώνται όµως τυχόν ανοίγµατα παραθύρων πάνω σε αυτές τις πόρτες, που µπορούν να παραµένουν ανοικτά όταν οι πόρτες είναι κλειστές, εφόσον το ανώτατο σηµείο αυτών των παραθύρων βρίσκεται σε ύψος τουλάχιστον 1,75 µέτρα από το δάπεδο του χώρου.
Για τον αερισµό των κλιµακοστασίων απαιτείται άνοιγµα προς κοινόχρηστο χώρο του οικισµού είτε σε ακάλυπτο χώρο του οικοπέδου ή του κτιρίου, που έχει τις προϋποθέσεις της παρ.4 του άρθρου αυτού, είτε σε ηµιυπαίθριο χώρο. Το άνοιγµα αυτό πρέπει να βρίσκεται είτε στην οροφή του κλιµακοστασίου είτε σε θέση του τοίχου που να µην απέχει περισσότερο του ενός µέτρου από την οροφή του κλιµακοστασίου και να έχει εµβαδόν τουλάχιστον 0,20 του τετραγωνικού µέτρου.
Άρθρο 12
Ηχοµόνωση – Ηχοπροστασία.
Τα κτίρια πρέπει να σχεδιάζονται και κατασκευάζονται έτσι, ώστε να προστατεύονται οι ένοικοι από κάθε µορφής θορύβους µέσα στα όρια της κατοικίας, του τόπου εργασίας και διαµονής τους, όταν οι θόρυβοι προέρχονται από άλλους. ∆ηλαδή, να εξασφαλίζεται αποδεκτή ακουστική άνεση, λαµβάνοντας τα απαραίτητα µέτρα κτιριακής ηχοµόνωσης και ηχοπροστασίας.
Οι παράµετροι και τα κριτήρια ακουστικής άνεσης, από όπου εξαρτάται η ηχοµόνωση – ηχοπροστασία για κάθε είδους κτιρίου ή χώρου αυτού, και οι κατηγορίες ακουστικής άνεσης καθορίζονται στις επόµενες παραγράφους. Σε ειδικά κτίρια είναι δυνατόν να εφαρµόζονται κανονισµοί µε αυστηρότερα κριτήρια.
Η ακουστική άνεση ενός κτιρίου είναι η ικανότητά του να προστατεύει τους ενοίκους από εξωγενείς θορύβους και να παρέχει ακουστικό περιβάλλον κατάλληλο για διαµονή ή για διάφορες δραστηριότητες. Η ακουστική άνεση ενός χώρου καθορίζεται από ένα σύνολο ηχητικών παραµέτρων, που αφορούν την ηχοµόνωση και ηχοπροστασία του χώρου από :
Όλα τα νέα κτίρια που κατασκευάζονται µετά την ισχύ του παρόντος υπάγονται σε µία από τις πιο κάτω «κατηγορίες ακουστικής άνεσης».
α. Κατηγορία Α. «υψηλή ακουστική άνεση».
Όταν πληρούνται όλα τα κριτήρια του πίνακα 2 της παρ. 8. β. Κατηγορία β. «κανονική ακουστική άνεση».
Όταν πληρούνται όλα τα κριτήρια του πίνακα 3 της παραγράφου 8. γ. Κατηγορία γ. «χαµηλή ακουστική άνεση».
Όταν δεν πληρούνται όλα τα κριτήρια του πίνακα 3.
Κριτήρια ηχοµόνωσης – ηχοπροστασίας είναι οι οριακές τιµές των παραµέτρων ακουστικής άνεσης για κάθε είδος ηχοµόνωσης – ηχοπροστασίας και κάθε κατηγορία ακουστικής άνεσης.
Οι απαιτήσεις για όλα τα είδη των κτιρίων εκφράζονται µε εννέα συνολικά κριτήρια που περιλαµβάνονται στους πίνακες 2 και 3.
Κατά τη σύνταξη µελετών, είναι δυνατόν να λαµβάνεται µεταξύ Rw & R’w η σχέση που ορίζεται στον πίνακα 4. Κατά την κατασκευή, θα πρέπει να λαµβάνονται τα απαραίτητα µέτρα, ώστε οι διαφορές µεταξύ Rw & R’w – που οφείλονται στις πλευρικές µεταδόσεις – να µην είναι µεγαλύτερες από τις τιµές που προκύπτουν από τον πίνακα 4. Μέτρα µείωσης των πλευρικών µεταδόσεων είναι, µεταξύ άλλων, η διακοπή συνέχειας των οικοδοµικών στοιχείων µεταξύ των δύο χώρων και η αύξηση της επιφανειακής µάζας των πλευρικών στοιχείων (π.χ. άνω των 350 Kg/m2). Αν λαµβάνονται πρόσθετα µέτρα για τη µείωση των πλευρικών µεταδόσεων, είναι δυνατόν να γίνονται αποδεκτές µικρότερες τιµές για τη διαφορά αυτή.
4.1. Ηχοµόνωση από γειτονικό χώρο κύριας ή βοηθητικής χρήσης και ηχοµόνωση από χώρους κοινής χρήσης του κτιρίου.
Αφορά όλα τα οριζόντια και κατακόρυφα χωρίσµατα ανάµεσα σε:
Το κριτήριο ηχοµόνωσης στην περίπτωση αερόφερτου ήχου για τα κατακόρυφα και τα οριζόντια χωρίσµατα είναι οι ελάχιστες τιµές του µονότιµου µεγέθους R’ w σε ντεσιµπέλ (dB).
Το κριτήριο ηχοµόνωσης στην περίπτωση κτυπογενή ήχου για τα οριζόντια χωρίσµατα είναι οι µέγιστες τιµές του µονότιµου µεγέθους L’ nw σε ντεσιµπέλ (dB).
4.2. Ηχοµόνωση κατοικίας (διαµερίσµατος) από άλλο χώρο κύριας χρήσης. Αφορά όλα τα οριζόντια και κατακόρυφα χωρίσµατα ανάµεσα σε:
Το κριτήριο ηχοµόνωσης στην περίπτωση κτυπογενή ήχου για τα οριζόντια χωρίσµατα είναι οι µέγιστες τιµές του µονότιµου µεγέθους L’ nw σε ντεσιµπέλ (dB).
Αφορά τον εξωτερικό θόρυβο περιβάλλοντος (κυκλοφοριακό, αστικό) που µεταδίδεται µέσα από όλα τα εξωτερικά οριζόντια και κατακόρυφα χωρίσµατα για όλα ανεξαιρέτως τα κτίρια.
Το κριτήριο ηχοπροστασίας είναι οι µέγιστες τιµές της ωριαίας ισοδύναµης Α-ηχοστάθµης L Aeq,h σε ντεσιµπέλ -Α(dB(A)).
Αφορά το θόρυβο που προέρχεται από τις κοινόχρηστες και ιδιωτικές εγκαταστάσεις, που µεταδίδεται µέσα από όλα τα οριζόντια και κατακόρυφα χωρίσµατα και από όλες τις άλλες ηχητικές διαδροµές για όλα ανεξαιρέτως τα κτίρια.
Το κριτήριο ηχοπροστασίας είναι οι µέγιστες τιµές της Α – ηχοστάθµης Lpa σε ντεσιµπέλ – Α (dB(A)) µέσα στους χώρους κύριας χρήσης.
Κοινόχρηστες εγκαταστάσεις, για την εφαρµογή του παρόντος άρθρου είναι η υδραυλική, η ηλεκτρική, η εγκατάσταση κεντρική θέρµανσης – ψύξης – αερισµού, οι ανελκυστήρες, οι αντλίες και τα κάθε είδους µηχανήµατα που εξυπηρετούν από κοινού τα διαµερίσµατα και τους άλλους χώρους.
Ιδιωτικές εγκαταστάσεις είναι εγκαταστάσεις ανάλογες µε τις κοινόχρηστες που εξυπηρετούν αποκλειστικά µια κατοικία ή ένα άλλο χώρο.
Αφορά τα εσωτερικά κατακόρυφα και οριζόντια χωρίσµατα της ίδιας κατοικίας.
Το κριτήριο ηχοµόνωσης στην περίπτωση αερόφερτου ήχου για τα κατακόρυφα και οριζόντια χωρίσµατα είναι οι ελάχιστες τιµές του µονότιµου µεγέθους R’ w σε ντεσιµπέλ (dB).
Αφορά τα κατακόρυφα και οριζόντια χωρίσµατα ανάµεσα σε χώρους κύριας χρήσης και χώρους εγκαταστάσεων για όλες τις περιπτώσεις των κτιρίων εκτός από τα κτίρια κατοικίας.
Το κριτήριο ηχοµόνωσης στην περίπτωση αερόφερτου ήχου για τα κατακόρυφα και τα οριζόντια χωρίσµατα είναι οι ελάχιστες τιµές του µονότιµου µεγέθους R’ w σε ντεσιµπέλ (dB).
Το κριτήριο ηχοµόνωσης στην περίπτωση κτυπογενή ήχου για τα οριζόντια χωρίσµατα είναι οι µέγιστες τιµές του µονότιµου µεγέθους L n,w σε ντεσιµπέλ-(dB).
Για την αντιµετώπιση των αναγκών σε µετρήσεις – πιστοποιήσεις που απορρέουν από την εφαρµογή του παρόντος άρθρου, χρησιµοποιούνται εργαστήρια µετρήσεων κτιριακής ηχοπροστασίας. Αυτά λειτουργούν κάτω από την επίβλεψη εξειδικευµένου διπλωµατούχου µηχανικού και διαθέτουν εξοπλισµό για τις εργαστηριακές και επιτόπιες µετρήσεις σύµφωνα µε τα πρότυπα ΕΛΟΤ.
Ο έλεγχος των εργασιών ηχοµόνωσης – ηχοπροστασίας γίνεται από τις κατά τόπους αρµόδιες πολεοδοµικές υπηρεσίες. Σε περιπτώσεις ελέγχου που απαιτούν ειδικές συσκευές και εξειδίκευση, είναι δυνατό να χρησιµοποιηθούν τα εργαστήρια µετρήσεων της προηγουµένης παραγράφου 6.
ΠΙΝΑΚΑΣ 1. Παράµετροι ακουστικής άνεσης
ΕΙ∆ΟΣ
ΗΧΟΜΟΝΩΣΗΣ – ΗΧΟΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ |
ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΣ ΑΚΟΥΣΤΙΚΗΣ ΑΝΕΣΗΣ | ΜΕΤΡΟΥΜΕΝΟ ΜΕΓΕΘΟΣ | ||||||
ΟΝΟΜΑΣΙΑ | ΣΥΜΒΟΛΟ | ΜΟΝΑ∆Α ΜΕΤΡΗΣΗΣ | ΠΡΟΤΥΠΟ ΕΛΟΤ | ΟΝΟΜΑΣΙΑ | ΣΥΜΒΟΛΟ | ΜΟΝΑ∆Α ΜΕΤΡΗΣΗΣ | ΠΡΟΤΥΠΟ ΕΛΟΤ | |
ΗΧΟΜΟΝΩΣΗ
ΑΠΟ ΑΕΡΟΦΕΡΤΟ ΗΧΟ |
Σταθµισµένος δείκτης ηχοµείωσης | Rw | dB | 461.1 | ∆είκτης ηχοµείωσης | R | dB | 370.3 |
Σταθµισµένος φαινόµενος δείκτης ηχοµείωσης | Rw | dB | 461.1 | Φαινόµενος δείκτης ηχοµείωσης | R’ | dB | 370.4 | |
ΗΧΟΜΟΝΩΣΗ ΑΠΟ
ΚΤΥΠΟΓΕΝΗ ΗΧΟ |
Σταθµισµένη κανονικοποιηµένη στάθµη ηχητικής
πίεσης κτυπογενούς ήχου |
Ln,w | dB | 461.2 | Κανονικοποιηµένη στάθµη ηχητικής
πίεσης κτυπογενούς ήχου |
L’n | dB | 370.7
370.8 |
ΗΧΟΠΡΟΣΤΑΣΙΑ
ΑΠΟ ΑΕΡΟΦΕΡΤΟ ΘΟΡΥΒΟ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ ΠΗΓΩΝ |
Ωριαία ισοδύναµη Α – ηχοστάθµη | LAeq,h | dB (A) | 230 | Α- ηχοστάθµη | LpA | dB (A) | 230 |
ΗΧΟΠΡΟΣΤΑΣΙΑ
ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΕΡΟΦΕΡΤΟ ΘΟΡΥΒΟ ΠΟΥ ΠΑΡΑΓΕΤΑΙ ΑΠΟ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ |
Α- ηχοστάθµη | LpA | dB (A) | 229 | Α- ηχοστάθµη | LpA | dB (A) | 229 |
ΠΙΝΑΚΑΣ 2. Κριτήρια ηχοµόνωσης – ηχοπροστασίας. Κατηγορία Α «υψηλή ακουστική άνεση».
ΕΙ∆ΟΣ ΚΤΙΡΙΟΥ | ΗΧΟΜΟΝΩΣΗ ΑΠΟ
ΓΕΙΤΟΝΙΚΟ ΧΩΡΟ ΚΥΡΙΑΣ Ή ΒΟΗΘΗΤΙΚΗΣ ΧΡΗΣΗΣ. ΗΧΟΜΟΝΩΣΗ ΑΠΟ ΧΩΡΟΥΣ ΚΟΙΝΗΣ ΧΡΗΣΗΣ (ΠΑΡ. 4.1) |
ΗΧΟΜΟΝΩΣΗ
ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ (∆ΙΑΜΕΡΙΣΜΑΤΟΣ) ΑΠΟ ΑΛΛΟ ΧΩΡΟ ΚΥΡΙΑΣ ΧΡΗΣΗΣ (ΠΑΡ. 4.2) |
ΗΧΟΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΑΠΟ | ΗΧΟΜΟΝΩΣΗ
ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΟΥΣ ΧΩΡΟΥΣ ΤΗΣ Ι∆ΙΑΣ ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ |
ΗΧΟΜΟΝΩΣΗ
ΚΥΡΙΟΥ ΧΩΡΟΥ ΑΠΟ ΧΩΡΟΥΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ |
||||
Εξωτερικούς θορύβους | Θορύβους εγκαταστάσεων | ||||||||
1 | 2 | 3 | 4 | 5 | 6 | 7 | 8 | 9 | |
R’w | L’n,w | R’w | L’n,w | LAeq,h | LpA | R’w | R’w | L’n,w | |
dB | dB | dB | dB | dbB(Α) | dB ( Α) | dB | dB | dB | |
ΚΑΤΟΙΚΙΑ –
ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ∆ΙΑΜΟΝΗ |
54 | 55 | – | – | 30 | 25 | 48 | 60 | 45 |
ΓΡΑΦΕΙΑ – ΕΜΠΟΡΙΟ | 52 | 60 | 58 | 52 | 35 | 30 | – | 55 | 55 |
ΕΚΠΑΙ∆ΕΥΣΗ | 57 | 58 | 58 | 52 | 30 | 25 | – | 60 | 45 |
ΥΓΕΙΑ | 57 | 55 | 58 | 52 | 30 | 25 | – | 60 | 45 |
ΣΥΝΑΘΡΟΙΣΗ
– ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ |
65 | 40 | 62 | 47 | (25) | (25) | – | (65) | (40) |
αποτελούν µόνο οδηγό για σχεδιασµό θεάτρων, κινηµατογράφων, αιθ. συγκεντρώσεων, αιθ. Μουσικής, χώρων ηχογράφησης και
επεξεργασίας ήχου, εκκλησιών και άλλων χώρων, στους οποίους η αυξηµένη ηχοπροστασία αποτελεί προϋπόθεση για τη διαµόρφωση της εσωτερικής, ακουστικής τους.
ΠΙΝΑΚΑΣ 3. Κριτήρια ηχοµόνωσης – ηχοπροστασίας. Κατηγορία Β «κανονική ακουστική άνεση».
ΕΙ∆ΟΣ ΚΤΙΡΙΟΥ | ΗΧΟΜΟΝΩΣΗ ΑΠΟ
ΓΕΙΤΟΝΙΚΟ ΧΩΡΟ ΚΥΡΙΑΣ Ή ΒΟΗΘΗΤΙΚΗΣ ΧΡΗΣΗΣ. ΗΧΟΜΟΝΩΣΗ ΑΠΟ ΧΩΡΟΥΣ ΚΟΙΝΗΣ ΧΡΗΣΗΣ (ΠΑΡ. 4.1) |
ΗΧΟΜΟΝΩΣΗ
ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ (∆ΙΑΜΕΡΙΣΜΑΤΟΣ) ΑΠΟ ΑΛΛΟ ΧΩΡΟ ΚΥΡΙΑΣ ΧΡΗΣΗΣ (ΠΑΡ. 4.2) |
ΗΧΟΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΑΠΟ | ΗΧΟΜΟΝΩΣΗ
ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΟΥΣ ΧΩΡΟΥΣ ΤΗΣ Ι∆ΙΑΣ ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ |
ΗΧΟΜΟΝΩΣΗ
ΚΥΡΙΟΥ ΧΩΡΟΥ ΑΠΟ ΧΩΡΟΥΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ |
||||
Εξωτερικούς θορύβους | Θορύβους εγκαταστάσεων | ||||||||
1 | 2 | 3 | 4 | 5 | 6 | 7 | 8 | 9 | |
R’w | L’n,w | R’w | L’n,w | LAeq,h | LpA | R’w | R’w | L’n,w | |
dB | dB | dB | dB | dB ( Α) | dB ( Α) | dB | dB | dB | |
ΚΑΤΟΙΚΙΑ –
ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ∆ΙΑΜΟΝΗ |
50 | 60 | – | – | 35 | 30 | 42 | 55 | 50 |
ΓΡΑΦΕΙΑ – ΕΜΠΟΡΙΟ | 40 | 65 | 52 | 55 | 40 | 35 | – | 53 | 60 |
ΕΚΠΑΙ∆ΕΥΣΗ | 50 | 65 | 55 | 55 | 35 | 30 | – | 55 | 50 |
ΥΓΕΙΑ | 50 | 60 | 55 | 55 | 35 | 30 | – | 53 | 50 |
ΣΥΝΑΘΡΟΙΣΗ
– ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ |
60 | 45 | 60 | 48 | (25) | (25) | – | (62) | (45) |
αποτελούν µόνο οδηγό για σχεδιασµό θεάτρων, κινηµατογράφων, αιθ. συγκεντρώσεων, αιθ. µουσικής χώρων ηχογράφησης και
επεξεργασίας ήχου, εκκλησιών και άλλων χώρων, στους οποίους η αυξηµένη ηχοπροστασία αποτελεί προϋπόθεση για τη διαµόρφωση της εσωτερικής ακουστικής τους.
ΠΙΝΑΚΑΣ 4. Σχέση µεταξύ Rw & R’w
R’w (dB) | Rw (dB) |
έως 42 | R’w + 0 |
από 43 έως 48 | R’w + 2 |
από 48 έως 52 | R’w + 3 |
από 53 έως 55 | R’w + 4 |
από 56 έως 60 | R’w + 6 |
Άρθρο 13
Κλίµακες
Τα αναφερόµενα ελεύθερα πλάτη είναι πλάτη ελεύθερα από κάθε εµπόδιο, εκτός από κουπαστές που δεν προεξέχουν περισσότερο από 0,09 µ. και εκτός από προεξοχές δοκών σε τοίχους που δεν προεξέχουν περισσότερο από 0,04 µ.(Βλέπε σχήµα 1).
Η κλίµακα αυτή χρησιµοποιείται και σε περίπτωση κινδύνου και συνυπολογίζεται στο σύνολο των κλιµάκων που απαιτούνται για την ασφαλή διαφυγή ατόµων σε περίπτωση κινδύνου.
Τυχόν µικρότερα ελεύθερα πλάτη που απαιτούνται κατ’ εφαρµογή των επόµενων παραγράφων του παρόντος άρθρου, δεν εφαρµόζονται σε αυτήν την κλίµακα του κτιρίου.
ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΥ 4
ΤΥΠΟΣ Ι
1,10 µ. |
ΤΥΠΟΣ ΙΙ
0,90 µ. |
ΤΥΠΟΣ ΙΙΙ
1,10 µ. |
|
Ελάχιστο πλάτος ελεύθερο από κάθε εµπόδιο εκτός από κουπαστές που δεν προεξέχουν περισσότερο από 0,09 µ. και εκτός από προεξοχές δοκών σε τοίχους που δεν προεξέχουν περισσότερο από 0,04 µ. | |||
Ύψος βαθµίδας | Μέγιστο 0,18 µ. | Μέγιστο 0,20 µ. | Μέγιστο 0,18 µ. |
Ελάχιστο 0,13 µ. | Ελάχιστο 0,13 µ. | Ελάχιστο 0,13 µ. | |
Πλάτος βαθµίδας | Ελάχιστο 0,28 του µέτρου
µετρούµενο στο µέσο της βαθµίδας σε οριζόντια προβολή σαν απόσταση των ακµών δύο διαδοχικών βαθµίδων |
Ελάχιστο 0,24 του µέτρου µετρούµενο στο µέσο της βαθµίδας σε οριζόντια προβολή σαν απόσταση των ακµών δύο διαδοχικών βαθµίδων | Μέγιστο 0,42 του µέτρου. Ελάχιστο 0,23 του µέτρου µετρούµενο σε απόσταση 0,50 µ. από την εσωτερική περίµετρο της σκάλας |
Λοξές βαθµίδες | Επιτρέπονται µόνο σε καµπύλες σκάλες που η ακτίνα καµπυλότητας της εσωτερικής πλευράς δεν είναι πουθενά µικρότερη από 7,5 µέτρα | Επιτρέπονται µόνο σε καµπύλες σκάλες που η ακτίνα καµπυλότητας της εσωτερικής πλευράς δεν είναι πουθενά µικρότερη από 7,5 µέτρα | Επιτρέπονται σύµφωνα µε τα ανωτέρω πλάτη βαθµίδας . |
Ελάχιστο ελεύθερο ύψος
|
2,20 µ. | 2,20 µ. | 2,20 µ.
|
Μέγιστη διαφορά στάθµης µεταξύ διαδοχικών πλατύσκαλων | 3,60 µ. | 3,60 µ. | 3,60 µ. |
Άθροισµα 2 φορές ύψος + 1 φορά πλάτος βαθµίδας (όπου το πλάτος βαθµίδας µεγαλύτερο από 0,66 του µετριέται στο µέσο της βαθµίδας σε οριζόντια προβολή σαν απόσταση των ακµών δύο διαδοχικών
βαθµίδων) |
Όχι µικρότερο από 0,60 µ. και όχι
Μεγαλύτερο από 0,66 µ. |
Όχι µικρότερο από 0,60 µ. και όχι
Μεγαλύτερο από 0,66 µ. |
Όχι µικρότερο από 0,60 µ. και όχι
Μεγαλύτερο από 0,66 µ. |
Ελάχιστη διάσταση πλατύσκαλου κατά την προέκταση άξονα κλάδου | 1,10 µ. | 0,90 µ. | 1,10 µ. µετρούµενη επί της καµπύλης που διέρχεται από τα µέσα των βαθµίδων |
Πόρτες που ανοίγουν κατευθείαν πάνω στον κλάδο µε τις βαθµίδες | ∆εν επιτρέπονται | ∆εν επιτρέπονται | ∆εν επιτρέπονται |
(χωρίς να υπάρχει πλατύσκαλο) |
4.1. Στα κτίρια µε χρήση κατοικίας (κατηγορία Α), προσωρινής διαµονής (κατηγορία Β),, σωφρονισµού (κατηγορία Ζ), εµπορίου (κατηγορία Η), γραφείων (κατηγορία Θ), βιοµηχανίας-βιοτεχνίας (κατηγορία Ι), αποθήκευσης (κατηγορία Κ) και στάθµευσης αυτοκινήτων (κατηγορία Λ), οι κλίµακές τους επιτρέπεται να είναι οποιουδήποτε τύπου (Ι, ΙΙ,
ΙΙΙ).
4.2. Στα κτίρια µε χρήση υγείας και κοινωνικής πρόνοιας (κατηγορία Ε), οι κλίµακές τους πρέπει να είναι τύπου Ι.
Κατ’ εξαίρεση στα κτίρια αυτά επιτρέπονται σκάλες τύπου ΙΙ ή ΙΙΙ, όταν οι θέσεις τους είναι τέτοιες, ώστε να µη χρησιµοποιούνται ούτε σε κανονικές συνθήκες λειτουργίας ούτε σε περίπτωση κινδύνου από ασθενείς ή από άτοµα µειωµένης πνευµατικής ή σωµατικής ικανότητας ή από περιθαλπτόµενα ηλικιωµένα άτοµα ή παιδιά ηλικίας µικρότερης των έξι ετών.
4.3. Στα κτίρια µε χρήση εκπαίδευσης (κατηγορία ∆) και στα κτίρια και στους χώρους συνάθροισης κοινού (κατηγορία Γ), οι κλίµακες πρέπει να είναι τύπου Ι.
Κατ’ εξαίρεση επιτρέπονται κλίµακες τύπου ΙΙ και ΙΙΙ στα κτίρια µε χρήση εκπαίδευσης και τύπου ΙΙ στα κτίρια και στους χώρους συνάθροισης κοινού, όταν οι θέσεις τους είναι τέτοιες, ώστε να µην υπάρξει πιθανότητα να χρησιµοποιηθούν για διαφυγή σε περίπτωση κινδύνου από περισσότερα από 20 άτοµα.
4.4. Κλίµακες που εξυπηρετούν αποκλειστικά βοηθητικούς χώρους σε κτίρια µε χρήση βιοµηχανίας-βιοτεχνίας ή αποκλειστικά αποθηκευτικούς χώρους σε κτίρια µε χρήση εµπορίου ή αποθήκευσης, επιτρέπεται, κατ’ εξαίρεση των απαιτήσεων του πίνακα της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου και των απαιτήσεων ελεύθερου πλάτους της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, να έχουν ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα χαρακτηριστικά, αν ο κανονισµός πυροπροστασίας κτιρίων δεν ορίζει διαφορετικά: α. ελάχιστο πλάτος κλίµακας 0,60 µ.
β. µέγιστο ύψος βαθµίδας 0,23 µ.
γ. ελάχιστο πλάτος βαθµίδας 0,23 µ.
δ. λοξές βαθµίδες χωρίς περιορισµό στην ακτίνα καµπυλότητας,
ε. Κατασκευή χωρίς περιορισµό στο άθροισµα 2 φορές ύψος συν 1 φορά πλάτος βαθµίδας.
4.5. Οι βαθµίδες και τα πλατύσκαλα σε όλες τις κλίµακες πρέπει να έχουν τα εξής χαρακτηριστικά:
α. Πατήµατα βαθµίδων µε πλάτος µικρότερο από 0,26 µ. πρέπει να έχουν προεξοχή 0,02 µέχρι 0,03 µ. ως προς τη βάση του ριχτιού.
β. Όταν το υλικό των πατηµάτων των βαθµίδων και των πλατύσκαλων είναι τέτοιο, που να δηµιουργεί κινδύνους γλιστρήµατος, πρέπει να τοποθετείται κοντά στην ακµή αντιολισθηρό υλικό σε µήκος ίσο τουλάχιστο προς τα τρία τέταρτα του µήκους της βαθµίδας και σε πλάτος τουλάχιστο ίσο προς το ένα όγδοο του πλάτους της βαθµίδας.
γ. Βαθµίδες που ανήκουν στον ίδιο κλάδο δεν πρέπει να έχουν διαφορά στο ύψος µεγαλύτερη από 0,005 µ. και στο πλάτος µεγαλύτερη από 0,01 µ.
δ. Η επιφάνεια των πατηµάτων των βαθµίδων, των πλατύσκαλων και των δαπέδων, σε περιοχές όπου καταλήγουν σκάλες και σε απόσταση 1,10 µ. από την ακµή της ακραίας βαθµίδας κατά την προέκταση της σκάλας, πρέπει να είναι οριζόντια, επίπεδη και συνεχής.
4.6. Στα κτίρια µε χρήση βιοµηχανίας-βιοτεχνίας επιτρέπονται ανεµόσκαλες, εφόσον εξυπηρετούν αποκλειστικά στάθµες µηχανολογικού εξοπλισµού, όπου δεν απασχολούνται περισσότερα από τρία άτοµα. Οι ανεµόσκαλες αυτές πρέπει να εκπληρώνουν τις εξής απαιτήσεις:
α) Πρέπει να είναι µόνιµης κατασκευής, σταθερά αγκυρωµένες στο κτίριο κατά διαστήµατα όχι µεγαλύτερα των 3 µ.
β) Όπου οι ανεµόσκαλες εξυπηρετούν στέγες, ταράτσες ή υπερυψωµένα δάπεδα (εξέδρες), πρέπει οι βαθµιδοφόροι τους να επεκτείνονται κατά 0,90 µ. πάνω από τη στάθµη του δαπέδου που εξυπηρετούν και, αν παρεµβάλλεται στηθαίο, πρέπει οι βαθµιδοφόροι τους να το υπερβαίνουν κατά 0,90 µ.
γ) Οι ανεµόσκαλες πρέπει να τοποθετούνται µε τις βαθµίδες παράλληλες προς τον τοίχο και καµία βαθµίδα δεν επιτρέπεται να απέχει λιγότερο από 0,16 µ. από τον τοίχο. (βλέπε σχ. 2)
Σε κτίρια που εξυπηρετούνται σε όλη την επιφάνειά τους µε δύο ή περισσότερες κλίµακες, προσµετρώνται για τον υπολογισµό του συντελεστή δόµησης που πραγµατοποιείται στο οικόπεδο µία κλίµακα ανά 500 τετραγωνικά µέτρα κάλυψης του οικοπέδου. ∆ηλαδή, προσµετρώνται µία κλίµακα για κάλυψη µέχρι 500 τετραγωνικά µέτρα, δύο κλίµακες για κάλυψη µέχρι 1.000 τετρ. µέτρα, τρεις κλίµακες για κάλυψη µέχρι 1.500 τετραγ. µέτρα και ούτω καθ’ εξής.
Οι υπόλοιπες κλίµακες του κτιρίου εφόσον εξυπηρετούν το αυτό τµήµα που εξυπηρετούν οι παραπάνω κλίµακες δεν προσµετρώνται στο συντελεστή δόµησης που πραγµατοποιείται στο οικόπεδο, θεωρούµενες κλίµακες κινδύνου, πρόσθετες στις απαιτούµενες για την εξυπηρέτηση σε συνθήκες κανονικής λειτουργίας.
Όταν οι κλίµακες αυτές έχουν διαφορετικά ελεύθερα πλάτη, οι προσµετρούµενες στο συντελεστή δόµησης είναι αυτές που έχουν τα µεγαλύτερα πλάτη.
6.1. Σε κτίρια που η άδειά τους έχει εκδοθεί πριν από την ισχύ του κανονισµού πυροπροστασίας, ο οποίος αφορά τη χρήση τους, εφόσον από τον κανονισµό αυτό προκύπτει ότι για τις υφιστάµενες χρήσεις των κτιρίων αυτών απαιτείται η προσθήκη νέων κλιµάκων, οι κλίµακες αυτές δεν προσµετρώνται στο συντελεστή δόµησης.
6.2. Οι κλίµακες κινδύνου της παραγρ. 3γ του άρθρου 8 του «ΓΟΚ» µπορεί να τοποθετούνται µέσα στις ελάχιστες επιτρεπόµενες αποστάσεις του υποχρεωτικά ακάλυπτου χώρου και σε απόσταση τουλάχιστον 1,00 µ. από τα όρια του οικοπέδου, εφόσον δεν είναι δυνατή η τοποθέτησή τους σε άλλη θέση.
6.3. Οι κλίµακες των υποπαραγράφων 6.1. και 6.2. δεν είναι υποχρεωτικό να ανήκουν σε έναν από τους τύπους Ι, ΙΙ και ΙΙΙ.
α) Εξυπηρετούν όροφο που η στάθµη του δαπέδου του δεν υπέρκειται από την οριστική (φυσική ή τεχνητή) στάθµη του εδάφους περισσότερο από 1,80 µέτρα.
β) ∆εν προεξέχουν από την οικοδοµική γραµµή περισσότερο από το ένα τέταρτο του πλάτους του προκηπίου.
Άρθρο 14
Κεκλιµένα επίπεδα κυκλοφορίες πεζών (ράµπες).
α) Μέγιστη επιτρεπόµενη κλίση 10% στα κτίρια µε χρήση υγείας ή κοινωνικής πρόνοιας (κατηγορία Ε).
β) Μέγιστη επιτρεπόµενη κλίση 12,5% (1:8) σε όλα τα άλλα κτίρια.
Όταν η ράµπα έχει κλίση µεγαλύτερη από 6% πρέπει να παρεµβάλλονται οριζόντια τµήµατα µήκους 1,50 µ.
α) Σε τέτοια θέση, ώστε κλάδος ράµπας να µην έχει υψοµετρική διαφορά µεταξύ αρχής και τέλους µεγαλύτερη από 1,80 µ.
β) Μεταξύ οποιασδήποτε πόρτας και της αρχής ή του τέλους της ράµπας.
Άρθρο 15
Στηθαία
α) Να µην προκύπτουν διάκενα κατακόρυφου ύψους µεγαλύτερου του 0,25 του µέτρου, εκτός αν το οριζόντιο µήκος τους είναι µικρότερο του 0,15 του µέτρου, οπότε δεν υπάρχει περιορισµός στο κατακόρυφο ύψος των διάκενων.
β) Να µην προκύπτουν διάκενα οριζόντιου µήκους µεγαλύτερου του 0,15 του µέτρου, εκτός αν το κατακόρυφο ύψος τους είναι µικρότερο του 0,25 του µέτρου, οπότε δεν υπάρχει περιορισµός στο οριζόντιο µήκος των διάκενων.
3.2. Στα ειδικά κτίρια όπου συχνάζουν παιδιά (σχολεία, µουσεία κλπ.), επιβάλλονται οι πιο κάτω περιορισµοί:
Απαγορεύεται το στηθαίο να κατασκευάζεται µε οριζόντια στοιχεία που µπορούν να αποτελέσουν κλίµακα ανόδου και η κατακόρυφη διάσταση του διάκενου δεν επιτρέπεται να είναι µεγαλύτερη του 0,15 του µέτρου.
Άρθρο 16
Χειρολισθήρες (κουπαστές).
Στις κλίµακες το ύψος αυτό µετριέται από το πάτηµα των βαθµίδων κατακόρυφα από την ακµή της βαθµίδας.
Προς την εξωτερική πλευρά κάθε χειρολισθήρα και σε όλο το µήκος του πρέπει να υπάρχει ελεύθερο διάστηµα µεταξύ αυτού και οποιασδήποτε κατασκευής τουλάχιστον 0,04 του µέτρου. (βλέπε σχ. 3)
Άρθρο 17
Κινητά προστεγάσµατα.
Άρθρο 18
Αποµάκρυνση οµβρίων από εξώστες και δώµατα.
Απαγορεύεται η ελεύθερη απορροή των οµβρίων από τα δώµατα, ηµιϋπαίθριους χώρους και τους εξώστες. Πρέπει τα όµβρια ύδατα να εγκιβωτίζονται µε περιµετρικές κατασκευές ύψους τουλάχιστο 0,05 του µέτρου και να αποχετεύονται µε αγωγούς σύµφωνα µε τις διατάξεις του άρθρου 26 του κανονισµού αυτού.
Άρθρο 19
Εσωτερικές στοές.
Απαγορεύεται να χρησιµοποιηθεί κλάδος εσωτερικής στοάς καθώς και όλοι οι χώροι που έχουν πρόσβαση µέσα από αυτόν, πριν ολοκληρωθεί η κατασκευή του σε όλο το µήκος του.
β. Το πλάτος της να είναι τουλάχιστο ίσο προς το 1/10 του µήκους της, χωρίς όµως να απαιτείται πλάτος µεγαλύτερο των 8 µέτρων, εκτός αν απαιτείται από την επόµενη προϋπόθεση.
γ. Να αντιστοιχεί τουλάχιστο πλάτος 0,55 του µέτρου ανά πληθυσµό 100 ατόµων. Για την εφαρµογή της προϋπόθεσης β, λαµβάνεται το συνολικό µήκος της στοάς και σε περίπτωση που έχει κλάδο λαµβάνεται το µεγαλύτερο µήκος της από άκρο σε άκρο.
Τα µήκη µετριούνται στους άξονες της στοάς και των κλάδων της.
Για την εφαρµογή της προϋπόθεσης γ, λαµβάνεται ο πληθυσµός όλων των τµηµάτων των κτιρίων που έχουν µία τουλάχιστο πρόσβαση µέσα από τη στοά. Ο πληθυσµός στρογγυλεύεται στην πλησιέστερη ακέραιη εκατοντάδα.
Πάντως σε καµία περίπτωση δεν απαιτείται ελεύθερο ύψος µεγαλύτερο των 6 µέτρων.
Το πλάτος και το ελεύθερο ύψος υφιστάµενης εσωτερικής στοάς που έχει κατασκευασθεί µε προϊσχύουσες του παρόντος διατάξεις δε θίγονται, έστω και αν είναι µικρότερα από τα απαιτούµενα κατά το παρόν άρθρο, όταν ούτε το µήκος της επέκτασης της στοάς ούτε του µεγαλύτερου τυχόν νέου κλάδου της δεν υπερβαίνει το διπλάσιο του µήκους της υφιστάµενης στοάς (σχετικό σχήµα 9).
Μελέτη αερισµού απαιτείται για κάθε στοά που το µήκος της υπερβαίνει τα 80 µέτρα. Σε περίπτωση στοάς που έχει κλάδους, µελέτη αερισµού απαιτείται όταν το συνολικό µήκος της συµπεριλαµβανοµένου και του κλάδου υπερβαίνει τα 80 µέτρα.
α. Εξασφαλίζεται καθ’ όλο το µήκος της στοάς τουλάχιστο µια συνεχής πορεία µε ελεύθερο πλάτος τουλάχιστο 4 µέτρα.
β. Σε περίπτωση στοάς µε απαιτούµενο πλάτος µεγαλύτερο των 4 µέτρων επιτρέπεται η τοποθέτηση τέτοιων κατασκευών εφόσον εξασφαλίζεται ελεύθερο πλάτος τουλάχιστον 4 µ. και 2,20 µ. εκατέρωθεν αυτών (σχετικό σχήµα 10).
γ. Σε όλο το µήκος της στοάς που προκύπτει κατά τα α και β της παρούσας παραγράφου, πρέπει να εξασφαλίζεται το ελάχιστο επιτρεπόµενο ύψος για αυτή τη στοά.
Άρθρο 20
Πλάτη παροδίων στοών όπου δεν ορίζονται αριθµητικά σε υφιστάµενα ρυµοτοµικά σχέδια.
α) Για πλάτος δρόµου µέχρι 7,30 µέτρα, πλάτος στοάς 2,50 µέτρα.
β) Για πλάτος δρόµου µεγαλύτερο από 7,30 µέτρα και µέχρι 10,30 µέτρα πλάτος στοάς 3,00 µέτρα.
γ) Για πλάτος δρόµου µεγαλύτερο από 10,30 µέτρα και µέχρι 14,30 µέτρα πλάτος στοάς 3,50 µέτρα.
δ) Για πλάτος δρόµου µεγαλύτερο από 14,30 µέτρα και µέχρι 19,30 µέτρα πλάτος στοάς 4,00 µέτρα.
ε) Για πλάτος δρόµου µεγαλύτερο από 19,30 µέτρα, πλάτος στοάς 4,50 µέτρα.
Αν στο τµήµα αυτό του δρόµου παρουσιάζεται τοπική διεύρυνση ή πρόβλεψη προκήπιου σε µήκος µικρότερο του ενός τρίτου αυτού του τµήµατος, µετρούµενο στον άξονα του δρόµου, αυτό το πρόσθετο πλάτος δεν λαµβάνεται υπόψη. Τυχόν αποτµήσεις στις γωνίες συνάντησης δρόµων δεν λαµβάνονται υπόψη.
Στους αδιέξοδους δρόµους δεν λαµβάνονται υπόψη τυχόν διαπλατύνσεις στο αδιέξοδο άκρο τους.
Άρθρο 21
Προσπέλαση προς εισόδους – εξόδους κτιρίων.
α. Ελεύθερο πλάτος στη στενότερη θέση της τουλάχιστο 3,5 µ.
β. Ελεύθερο ύψος κάτω από οποιοδήποτε στοιχείο τουλάχιστο 3,0 µ.
γ. Όπου δεν είναι ευθύγραµµη, ακτίνα καµπυλότητας της εξωτερικής περιµέτρου της τουλάχιστο 3,5 µ.
δ. Μέγιστη κλίση προς το οριζόντιο επίπεδο 7% σε τµήµα µήκους 5 µ. από την είσοδο στο οικόπεδο και 17% για το υπόλοιπο τµήµα της.
Άρθρο 22
Κατασκευές και εγκαταστάσεις κάτω από την επιφάνεια των προκηπίων.
α) ∆ιαπλατύνσεις των θεµελίων, σύµφωνα µε τους όρους της παραγράφου 4.3.2 του άρθρου 5 του παρόντος κανονισµού.
β) ∆εξαµενές νερού και δίκτυα για την εξυπηρέτηση του κτιρίου.
γ) Βόθροι, σύµφωνα µε το άρθρο 26 του παρόντος κανονισµού.
δ) Εγκαταστάσεις των οργανισµών κοινής ωφέλειας, σύµφωνα µε την παράγρ. 6 του άρθρου 17 του Ν. 1577/85 (ΓΟΚ).
Άρθρο 23
Φύτευση οικοπέδων.
Άρθρο 24
Πεζοδρόµια.
Σε κάθε περίπτωση στις προδιαγραφές των πεζοδροµίων καθορίζονται οι διαστάσεις, το είδος κατασκευής και το είδος των υλικών των κρασπέδων, των ρείθρων, του υποστρώµατος και της επίστρωσης ή της επικάλυψής τους. Επίσης καθορίζονται το είδος της φυτείας, οι διαστάσεις και τα άλλα στοιχεία των τµηµάτων των πεζοδροµίων που διατίθενται για φύτευσή τους.
Κλίµακες ή βαθµίδες κλιµάκων αντίκειται στις διατάξεις της παραγράφου αυτής είναι επικίνδυνες από άποψη κυκλοφορίας η δε άρση του κινδύνου γίνεται µε εφαρµογή των διατάξεων «περί επικινδύνων οικοδοµών» από την αρµόδια Πολεοδοµική Υπηρεσία.
Ειδικά σε πεζοδρόµιο πλάτους µεγαλύτερου ή ίσου των 1,50 µ. η ελεύθερη δίοδος πρέπει να έχει πλάτος 0,80 του µέτρου.
Ο κορµός των δένδρων τοποθετείται τουλάχιστον 0,50 του µέτρου εσώτερα από την ακµή του κρασπέδου.
Κατ’ εξαίρεση επιτρέπεται µόνον η τοποθέτηση εγκαταστάσεων των αρµόδιων φορέων για τη σύνδεση των κτιρίων µε τα δίκτυα ηλεκτρισµού, ύδρευσης, αποχέτευσης, τηλεφώνου, αερίου πόλης, καθώς και σωληνώσεων απορροής στους κοινόχρηστους χώρους των βρόχινων νερών των κτιρίων.
Άρθρο 25
Υποχρέωση υποβολής µελετών υδραυλικών και ηλεκτροµηχανολογικών εγκαταστάσεων
Άρθρο 26
Εσωτερικές Υδραυλικές Εγκαταστάσεις.
Ειδικότερα, για τις εγκαταστάσεις ύδρευσης εφαρµόζονται οι διατάξεις της τεχνικής οδηγίας του Τεχνικού Επιµελητηρίου της Ελλάδας (ΤΕΕ) (ΤΟΤΕΕ) 2411/1986, για τις εγκαταστάσεις αποχέτευσης λυµάτων και οµβρίων εφαρµόζονται οι διατάξεις της ΤΟΤΕΕ 2412/86 και για τις εγκαταστάσεις πυρόσβεσης µε νερό οι διατάξεις της ΤΟΤΕΕ 2451/86 (ΦΕΚ 632/Β/26-1187).
α) Πιθανή βλάβη του κτιρίου ή της υδραυλικής εγκατάστασης από σεισµό ή άλλη αιτία δεν θα επιφέρει αχρηστία στην υδραυλική εγκατάσταση ή βλάβη στην οικοδοµή και γενικά η αποκατάσταση των βλαβών να είναι σχετικά εύκολη, σύντοµη και οικονοµική. β) ∆εν δηµιουργούνται κακοτεχνίες και αντιαισθητικές κατασκευές.
γ) Εξασφαλίζονται ελεύθερη συστολή – διαστολή των σωληνώσεων και έντεχνα τελειώµατα.
δ) Τα ενσωµατούµενα υλικά είναι κατάλληλα σύµφωνα µε τις σχετικές προδιαγραφές και την τεχνική εµπειρία και δεν αλληλεπιδρούν µεταξύ τους.
Η στήριξη και η διέλευση των στοιχείων των υδραυλικών εγκαταστάσεων επιτρέπεται στα φέροντα και µη τµήµατα της οικοδοµής εφ’ όσον: Έχει γίνει σχετική πρόβλεψη από τη στατική και αντισεισµική µελέτη και εφαρµόζονται οι παραπάνω διατάξεις α, β, γ, δ της παρούσης παραγράφου.
Εάν δεν έχει γίνει σχετική πρόβλεψη, στη στατική και αντισεισµική µελέτη είναι δυνατό να επιτραπούν διελεύσεις και στηρίξεις σε φέροντα ή µη τµήµατα της οικοδοµής εάν δεν ελαττώνεται κάτω απ’ τα επιτρεπτά όρια η φέρουσα ικανότητα και αντοχή αυτών µετά από έγγραφη βεβαίωση του επιβλέποντα των στατικών εργασιών µηχανικού, εφαρµοζοµένων και πάλι των διατάξεων α, β, γ, δ της παρούσης παραγράφου.
1.6. Εφόσον οι κλιµατολογικές συνθήκες το απαιτούν, οι εσωτερικές υδραυλικές εγκαταστάσεις πρέπει να κατασκευάζονται µε τέτοιο τρόπο, ώστε να εξασφαλίζεται επαρκής προστασία από τον παγετό, σε όλα τα τµήµατα των εγκαταστάσεων.
1.7. Οι εσωτερικές υδραυλικές εγκαταστάσεις πρέπει να είναι υπολογισµένες και κατασκευασµένες κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να µη δηµιουργείται θόρυβος κατά τη λειτουργία τους ούτε να διευκολύνεται η µετάδοση του θορύβου.
Σε χώρους µε ειδικές απαιτήσεις στάθµης θορύβου, πρέπει να λαµβάνονται ειδικά µέτρα (π.χ. στήριξη των σωληνώσεων στην εξωτερική παρειά των τοίχων που περιβάλλουν τους χώρους µε παρεµβολή ηχοµονωτικού υλικού κλπ.).
1.3., 1.4., 1.5., και 1.7 του παρόντος άρθρου.
2.3. Για κάθε νεοαναγειρόµενο ή υφιστάµενο κτίριο ή τµήµα κτιρίου, εφόσον η απαιτούµενη ποσότητα νερού µπορεί να διατεθεί από δηµοτικό ή δηµόσιο αγωγό ύδρευσης, τότε η σύνδεση µε το δηµοτικό ή δηµόσιο δίκτυο ή αγωγό ύδρευσης είναι υποχρεωτική.
2.4. Όταν δεν υπάρχει δηµοτικό ή δηµόσιο δίκτυο ύδρευσης ή όταν υπάρχει µεν αλλά οι διατιθέµενες ποσότητες του δικτύου είναι ανεπαρκείς για τις ανάγκες του κτιρίου ή του χώρου, µπορεί να χρησιµοποιηθούν ιδιωτικές πηγές νερού, οι οποίες ελέγχονται περιοδικά για την καταλληλότητα του νερού από την αρµόδια υπηρεσία.
2.5. Οποιαδήποτε σύνδεση της εγκατάστασης ύδρευσης κτιρίου, το οποίο τροφοδοτείται από δηµόσιο ή δηµοτικό αγωγό ύδρευσης, µε άλλες πηγές νερού απαγορεύεται. Απαγορεύεται επίσης η διασύνδεση της εγκατάστασης ύδρευσης µε οποιαδήποτε άλλη εγκατάσταση νερού (π.χ. πυρόσβεσης).
2.6. Η σύνδεση της εγκατάστασης ύδρευσης µε τους υδραυλικούς υποδοχείς ή τις συσκευές που τροφοδοτεί πρέπει να γίνεται µε τέτοιο τρόπο, ώστε να αποκλείεται η ρύπανση ή η µόλυνση του νερού από τα λύµατα ή απόβλητα.
2.7. Εάν σε ένα κτίριο υπάρχουν, εκτός από την εγκατάσταση ύδρευσης που τροφοδοτείται από δηµόσιο ή δηµοτικό αγωγό, και άλλες εγκαταστάσεις νερού, όπως π.χ. πυρόσβεσης ή βιοµηχανικής επεξεργασίας, οι οποίες τροφοδοτούνται από άλλες πηγές ύδρευσης, τότε όλες οι σωληνώσεις και οι λήψεις πόσιµου νερού πρέπει να χαρακτηρίζονται µε χρώµατα και επιγραφές και οι υπόλοιπες εγκαταστάσεις να φέρουν σε όλες τις λήψεις τους επιγραφές της ακαταλληλότητας του νερού για πόσιµη χρήση.
2.8. Εάν για την τροφοδότηση ενός κτιρίου απαιτείται η χρήση αντλιών, οι αντλίες απαγορεύεται να συνδεθούν απευθείας επί των σωληνώσεων του δηµοτικού ή δηµόσιου αγωγού ύδρευσης, αλλά θα αναρροφούν από ανοικτή δεξαµενή, η οποία θα τροφοδοτείται από το δίκτυο ή αγωγό ύδρευσης.
2.9. Οι εγκαταστάσεις ύδρευσης πρέπει να κατασκευάζονται από υλικά που να εξασφαλίζουν απόλυτα συνθήκες υγιεινής και ασφάλειας για τα άτοµα που τις χρησιµοποιούν, κατάλληλης αντοχής, στεγανότητας και αντοχής σε διάβρωση, όπως προβλέπουν οι ισχύουσες διατάξεις (κανονισµοί, τεχνικές οδηγίες κλπ.).
Οι κατ’ ελάχιστο απαιτούµενοι υποδοχείς σε κάθε κατοικία είναι : λεκάνη αποχωρητηρίου, νιπτήρας και υποδοχέας γενικής καθαριότητας (λουτήρας ή λεκάνη καταιονιστήρα) σε ενιαίο ή χωριστούς χώρους υγιεινής και ένας νεροχύτης στο χώρο παρασκευής φαγητού.
Εφόσον από τον προορισµό του κτιρίου ή του χώρου προβλέπεται, σε µη σπάνιες περιπτώσεις, η παραµονή των αυτών προσώπων πέραν του 12ωρου ή υπάρχει πιθανότητα τα άτοµα του χώρου να εκτεθούν σε υπερβολική θερµότητα ή να µολυνθεί το δέρµα τους από δηλητηριώδεις, βλαπτικές ή ερεθιστικές ουσίες, πρέπει να υπάρχουν και υποδοχείς γενικής σωµατικής καθαριότητας (λουτήρας ή λεκάνη καταιονιστήρα), σε κατάλληλο πλήθος και διάταξη.
Κατ’ εξαίρεση τούτο δεν ισχύει, προκειµένου για πυροσβεστικά σηµεία υδροληψίας, για σηµεία υδροληψίας δεξαµενής ή δοχείων που χρησιµοποιούνται για αποθήκευση νερού και σε σηµεία υδροληψίας που δε βρίσκονται στο εσωτερικό του κτιρίου, εφόσον ο φυσικός αποδέκτης µπορεί να παραλάβει τις σχετικές ποσότητες νερού και η χρήση του σηµείου υδροληψίας δε δηµιουργεί προβλήµατα καθαριότητας.
Για τον ίδιο λόγο απαγορεύεται η σύνδεση του υδραυλικού αποδοχέα µε απολήξεις σωληνώσεων άλλων πλην αποχέτευσης, αερισµού και έκπλυσης. Η στερέωση κρουνών ή σωληνώσεων ύδρευσης επί του υποδοχέα δε θεωρείται απόληξη σωληνώσεων.
Η αχρήστευση γίνεται µε πλήρες άδειασµα των βόθρων και µε πλήρωσή τους µε καθαρές γαίες ή λιθορριπή, σε κάθε όµως περίπτωση θα πρέπει να υπάρχει µια σφραγιστική στρώση από οπλισµένο σκυρόδεµα που θα εντοπίζει τη θέση των βόθρων.
Μελλοντική έδραση κτιρίων επ’ αυτών πρέπει να αντιµετωπίζει τους πιθανούς κινδύνους από την ύπαρξη αυτών.
3.17. Υπό την επιφύλαξη της παραγράφου 3.16. του παρόντος επιτρέπεται η διάθεση των λυµάτων στο φυσικό αποδέκτη µε σύστηµα απορροφητικού βόθρου ή τάφρου, µε τις εξής προϋποθέσεις:
∆ιάθεση αποβλήτων προς το φυσικό αποδέκτη επιτρέπεται µε τις παραπάνω προϋποθέσεις, µόνο εφόσον η ποιότητά τους είναι σύµφωνη µε γενικές ή ειδικές υγειονοµικές ή άλλες διατάξεις.
3.18. Όλα τα εξαρτήµατα, συσκευές, κατασκευές επιτόπου του έργου κλπ. της εγκατάστασης αποχέτευσης λυµάτων ή απόβλητων πρέπει να είναι από υλικά κατάλληλα για το σκοπό που προορίζονται, µε κατάλληλη αντοχή, στεγανότητα, απορροφητικότητα σε νερό, επιφανειακή ταχύτητα και αντοχή σε διάβρωση. 4. Εγκατάσταση αποχέτευσης οµβρίων:
4.4. Σε κάθε περίπτωση, επιτρέπεται η συλλογή οµβρίων σε στεγανή δεξαµενή, υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις. Η δεξαµενή πρέπει:
Σε κάθε άλλη περίπτωση, η εγκατάσταση πυρόσβεσης τροφοδοτείται από δεξαµενή κατάλληλου όγκου, µέσω αντλιών και ειδικών διατάξεων, που να εξασφαλίζουν απόλυτα την επάρκεια ποσότητας και πίεσης του κατασχεστικού µέσου στα σηµεία λήψης.
α) Πληρούνται οι προϋποθέσεις των παραγράφων 2.4. και 2.5. του παρόντος άρθρου.
β) Εξασφαλίζεται απόλυτα ανά πάσα στιγµή και υπό όλες τις προϋποθέσεις η ύπαρξη επαρκούς ποσότητας νερού στα πυροσβεστικά σηµεία, όπως προβλέπουν οι ισχύουσες διατάξεις.
γ) Εξασφαλίζεται η υγιεινή ποιότητα του νερού της δεξαµενής.
Άρθρο 27
Εγκαταστάσεις Θέρµανσης.
Με κριτήριο:
β) Κεντρικές θερµάνσεις.
γ) Περιφερειακές θερµάνσεις πόλης (τηλεθερµάνσεις).
β) Θερµάνσεις µε υγρά καύσιµα.
γ) Θερµάνσεις µε αέρια καύσιµα.
δ) Θερµάνσεις µε ηλεκτρική ενέργεια.
ε) Θερµάνσεις µε αντλία θερµότητας.
ζ) Θερµάνσεις µε ηλιακή ενέργεια. – Το φορέα της θερµικής ενέργειας, έχουµε:
α) Θερµάνσεις µε νερό (θερµό και υπέρθερµο).
β) Θερµάνσεις µε ατµό (χαµηλής και υψηλής πίεσης).
γ) Θερµάνσεις µε αέρα.
β) Θερµάνσεις µε µεταβίβαση θερµότητας.
γ) Συνδυασµό των δύο παραπάνω.
1.3. Ανεξάρτητα από το σύστηµα θέρµανσης που θα επιλεγεί για να καλύψει τις ανάγκες των χώρων κτιρίου, η όλη εγκατάσταση θέρµανσης θα πρέπει να υπολογίζεται, κατασκευάζεται και λειτουργεί µε τρόπο, ώστε:
α) Να εξασφαλίζεται η ασφάλεια των ατόµων που τη χρησιµοποιούν, καθώς και η ασφάλεια του κτιρίου και των γειτονικών ιδιοκτησιών όπου είναι εγκατεστηµένη. β) Να εξασφαλίζεται η άνεση των χρηστών της εγκατάστασης.
γ) Να εξασφαλίζεται η επάρκεια και η ορθή και απρόσκοπτη λειτουργία της εγκατάστασης σε συνδυασµό µε την ελαχιστοποίηση του κόστους λειτουργίας της.
δ) Να εξασφαλίζεται, κατά το δυνατό, η αυτόµατη λειτουργία της και να λαµβάνονται τα απαραίτητα κάθε φορά µέτρα εξοικονόµησης ενέργειας.
Το σύστηµα παροχής θερµότητας υπολογίζεται µε βάση τις ολικές θερµικές απώλειες του κτιρίου. Ο υπολογισµός των θερµικών απωλειών του κτιρίου γίνεται σύµφωνα µε τα οριζόµενα στον κανονισµό θερµοµόνωσης (π.δ. 1-6-1979, ΦΕΚ 362∆’) όπως εκάστοτε ισχύει. 1.4. Τα υλικά, οι συσκευές ή εξαρτήµατα και οι αυτοµατισµοί που χρησιµοποιούνται για την κατασκευή της εγκατάστασης της θέρµανσης θα πρέπει να είναι κατάλληλα για τη χρήση που προορίζονται, άριστης ποιότητας και εφοδιασµένα µε αντίστοιχη έγκριση καταλληλότητας. Ο τρόπος κατασκευής των εγκαταστάσεων και η ποιότητα των υλικών, καθώς και συστάσεις και οδηγίες καθορίζονται από τις εγκεκριµένες τεχνικές οδηγίες.
1.5. Η ενσωµάτωση στοιχείων της εγκατάστασης θέρµανσης στο φέροντα οργανισµό απαγορεύεται. Ενσωµάτωση αυτών στα µη φέροντα µέρη της οικοδοµής πρέπει να αποφεύγεται, στις περιπτώσεις όµως που είναι αναπόφευκτη, επιτρέπεται εφ’ όσον:
α) Πιθανή βλάβη του κτιρίου ή της εγκατάστασης θέρµανσης από σεισµό ή άλλη αιτία δεν θα επιφέρει αχρηστία στην εγκατάσταση θέρµανσης ή βλάβη στην οικοδοµή και γενικά η αποκατάσταση των βλαβών να είναι σχετικά εύκολη, σύντοµη και οικονοµική.
β) ∆εν δηµιουργούνται κακοτεχνίες και αντιαισθητικές κατασκευές.
γ) Εξασφαλίζονται ελεύθερη συστολή – διαστολή των σωληνώσεων και έντεχνα τελειώµατα.
δ) Τα ενσωµατωµένα υλικά είναι κατάλληλα σύµφωνα µε τις σχετικές προδιαγραφές και την τεχνική εµπειρία και δεν αλληλεπιδρούν µεταξύ τους.
Η στήριξη και η διέλευση των στοιχείων των εγκαταστάσεων θέρµανσης επιτρέπεται στα φέροντα και µη τµήµατα της οικοδοµής εφ’ όσον: Έχει γίνει σχετική πρόβλεψη από τη στατική και αντισεισµική µελέτη και εφαρµόζονται οι παραπάνω διατάξεις α, β, γ, δ της παρούσας παραγράφου.
Εάν δεν έχει γίνει σχετική πρόβλεψη στη στατική και αντισεισµική µελέτη είναι δυνατό να επιτραπούν διελεύσεις και στηρίξεις σε φέροντα ή µη τµήµατα της οικοδοµής εάν δεν ελαττώνεται κάτω απ’ τα επιτρεπτά όρια η φέρουσα ικανότητα και αντοχή αυτών, µετά από έγγραφη βεβαίωση του επιβλέποντα των στατικών εργασιών µηχανικού, εφαρµοζοµένων και πάλι των διατάξεων α, β, γ, δ της παρούσας παραγράφου.
1.6. Εφόσον οι κλιµατολογικές συνθήκες το απαιτούν, η εγκατάσταση θέρµανσης πρέπει να κατασκευάζεται µε τέτοιο τρόπο, ώστε να εξασφαλίζεται επαρκής προστασία από τον παγετό, για όλα τα τµήµατα της εγκατάστασης.
1.7. Η εγκατάσταση πρέπει να είναι υπολογισµένη και κατασκευασµένη κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να µη δηµιουργείται θόρυβος κατά τη λειτουργία ούτε να διευκολύνεται η µετάδοση του θορύβου. Σε χώρους µε ειδικές απαιτήσεις στάθµης θορύβου, πρέπει να λαµβάνονται ειδικά µέτρα. Επίσης µέτρα πρέπει να λαµβάνονται και σε χώρους µε πηγές θορύβου (π.χ. λεβητοστάσια), ώστε να µη δηµιουργείται ενόχληση σε παρακείµενους χώρους.
ΕΛΟΤ 234 (βαθµός απόδοσης λεβήτων).
ΕΛΟΤ 352 (εξοπλισµός ασφάλειας).
ΕΛΟΤ 810 (εγκατάσταση ασφάλειας), η απόφαση 30322/1170/1983 (ΦΕΚ 364/Β) του
Υπουργού Χωροταξίας, Οικισµού και Περιβάλλοντος «Σύσταση κλιµακίων Ελέγχου Ποιότητας Περιβάλλοντος – ΚΕΠΠΕ Κεντρικής Θέρµανσης» καθώς και η 54678/1986 (ΦΕΚ 938/Β) κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και ∆ηµοσίων Έργων και Βιοµηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας «Ρύθµιση θεµάτων σχετικών µε τις σταθερές εστίες καύσης για τη θέρµανση κτιρίων και νερού» ή άλλες διατάξεις που τροποποιούν τα παραπάνω.
Στο λεβητοστάσιο τοποθετούνται ένας ή περισσότεροι λέβητες παραγωγής θερµού νερού (θερµοκρασίας µέχρι 110οC) ή ατµού πίεσης µέχρι 0,5 BAR ή θερµού αέρα (αερολέβητες) ή ατµογεννήτριες συνολικής θερµικής ισχύος 25 KW και άνω και τα στοιχεία διανοµής (προσαγωγής και επιστροφής) του θερµαντικού µέσου, το σύστηµα προσαγωγής καυσίµου ή παροχής ηλεκτρικής ενέργειας και το σύστηµα απαγωγής των καυσαερίων.
Απαγορεύεται το λεβητοστάσιο να έχει οποιοδήποτε άνοιγµα προς κλιµακοστάσιο (άνοιγµα κουφώµατος, αεραγωγό, γρίλιες κλπ.). Κατ’ εξαίρεση, επιτρέπεται πόρτα, που είναι αναγκαία για την πρόσβαση προς αυτό, εφόσον έχει τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:
α) Είναι στο σύνολό της σιδερένια και όπου έχει λαµαρίνα το πάχος της είναι 1,5 m.
β) ∆εν έχει γρίλιες ή οποιοδήποτε άλλο άνοιγµα.
γ) Εφάπτεται σε πατούρες της κάσας σε πλάτος τουλάχιστο 25 mm.
δ) Έχει µηχανισµό επαναφοράς στην κλειστή θέση.
Εναλλακτικά, η πόρτα αυτή αρκεί να έχει δείκτη πυραντίστασης τουλάχιστο µισής ώρας, όπως προκύπτει από πιστοποιητικό αναγνωρισµένου εργαστηρίου.
Κατά τον προσδιορισµό του µεγέθους του λεβητοστασίου, πρέπει να λαµβάνεται πρόνοια, ώστε να υπάρχει και ο αναγκαίος ελεύθερος χώρος για τη λειτουργία και τη συντήρηση των λεβήτων, χωρίς απαίτηση ανακατασκευής τοίχων ή ανοιγµάτων.
Η διάταξη των λεβήτων µέσα στο λεβητοστάσιο πρέπει να είναι τέτοια, ώστε για κάθε λέβητα να εξασφαλίζονται τα εξής:
α) Η οριζόντια απόσταση µεταξύ της πλευράς του λέβητα που είναι το άνοιγµα της εστίας και του απέναντι τοίχου του λεβητοστασίου πρέπει να είναι ίση µε το µήκος του λέβητα +1m (αλλά τουλάχιστο 1,5 m στο σύνολο, για λέβητες µέχρι 300 KW, και τουλάχιστο 2,0 m, για λέβητες πάνω από 300 KW).
β) Η οριζόντια απόσταση µεταξύ της πλευράς του λέβητα που βρίσκεται η έξοδος των καυσαερίων και του απέναντι τοίχου του λεβητοστασίου ή της απέναντι πλευράς της καπνοδόχου πρέπει να είναι ίση µε το µισό της απόστασης, όπως αυτή ορίζεται προηγουµένως στο εδάφιο (α) της παραγράφου αυτής.
Εφόσον υπάρχουν δύο ή περισσότεροι αγωγοί καυσαερίων, η απόσταση αυτή αυξάνει ανάλογα µε τον αριθµό τους. Σε περίπτωση που παρεµβάλλεται κάποια συσκευή µεταξύ της εξόδου των καυσαερίων από το λέβητα και της καπνοδόχου (π.χ. καπνοσυλλέκτης), θα πρέπει να υπάρχει ελεύθερη απόσταση γύρω από αυτή τουλάχιστο 0,6 m..
γ) Η οριζόντια απόσταση µεταξύ των άλλων πλευρών του λέβητα και των τοίχων του λεβητοστασίου θα πρέπει να είναι τουλάχιστο 0,6 m.
Το ίδιο µέγεθος (0,6 m) ισχύει και για τη µεταξύ δύο λεβήτων απόσταση.
δ) Το ελεύθερο ύψος του λεβητοστασίου (µεταξύ δαπέδου και οροφής ή µεταξύ δαπέδου και κάτω παρειάς τυχόν υπάρχουσας δοκού) πρέπει να είναι τουλάχιστο:
(ι) 2,20 µ. – για λέβητες ολικής εγκαταστηµένης θερµικής ισχύος µέχρι 70 KW.
(ιι) 2,40 µ. – για λέβητες θερµικής ισχύος από 70 KW έως 230 KW.
(ιιι) 3,00 µ. – για λέβητες θερµικής ισχύος άνω των 230 KW.
Τα ανωτέρω ελάχιστα όρια προκειµένου περί αερολεβήτων προσαυξάνονται κατά 50 cm.
ε) Τα ελάχιστα απαιτούµενα ελεύθερα ύψη της περίπτωσης (δ) αυξάνονται για να εξασφαλίσουν ελεύθερο ύψος µεταξύ του λέβητα και της οροφής 0,80 m ή µεταξύ απαραίτητων σωληνώσεων και οροφής 0,50 m.
2.4.1.4. Το λεβητοστάσιο πρέπει κατά το δυνατό να εξαερίζεται οµοιόµορφα. Απαγορεύεται η ύπαρξη τεχνητού αερισµού του λεβητοστασίου.
Το άνοιγµα απαγωγής, ανεξάρτητα από το είδος του καυσίµου, πρέπει να έχει ελεύθερη διατοµή τουλάχιστο ίση µε το 25% της ελεύθερης διατοµής της καπνοδόχου του λεβητοστασίου και όχι µικρότερη από 200 cm2.
Για την περίπτωση χρήσης αερίων καυσίµων, τα ανοίγµατα προσαγωγής και απαγωγής πρέπει να βρίσκονται στην ίδια πλευρά και σε εξωτερικό τοίχο.
Όταν χρησιµοποιούνται σήραγγες, πρέπει να έχουν διατοµή κατά 150% µεγαλύτερη της διατοµής του ανοίγµατος και στάθµη πυθµένα 30 cm κάτω από το άνοιγµα αερισµού, ώστε να είναι δυνατός ο καθαρισµός της σήραγγας.
2.4.1.5. Τα λεβητοστάσια και οι χώροι που συνδέονται µε την εγκατάσταση θέρµανσης πρέπει να αποτελούν σαφώς ξεχωριστό χώρος εντός ή εκτός του υπόλοιπου οικοδοµικού όγκου και να περιβάλλονται από τοίχους.
Κατά την επίχριση των τοίχων αυτών, λαµβάνεται µέριµνα για το κλείσιµο των πόρων, ώστε να εξασφαλίζουν αεροστεγανότητα.
2.4.1.6. Οι πόρτες του λεβητοστασίου πρέπει να είναι µεταλλικές, να ανοίγουν προς τα έξω, να έχουν µηχανισµό επαναφοράς στην κλειστή θέση και να κλειδώνουν ασφαλώς. Κλειδί της πόρτας του λεβητοστασίου θα βρίσκεται µόνιµα κοντά στην πόρτα.
Το λεβητοστάσιο πρέπει να έχει τουλάχιστον ένα άνοιγµα που να βλέπει κατευθείαν ή µέσω σήραγγας στον περιβάλλοντα χώρο.
Η καθαρή επιφάνεια του ανοίγµατος πρέπει να είναι ίση µε το 1/12 της επιφάνειας του χώρου του λεβητοστασίου.
Λεβητοστάσια συνολικής θερµικής ισχύος πάνω από 300 KW πρέπει να έχουν δύο εξόδους και, αν είναι δυνατό, η µια απέναντι στην άλλη.
Η µια εκ των εξόδων πρέπει να οδηγεί στον περιβάλλοντα χώρο κατευθείαν ή µέσω σήραγγος ικανών διαστάσεων, για την εύκολη και ασφαλή διέλευση ανθρώπων.
Σαν έξοδος µπορεί να θεωρηθεί και το παραπάνω άνοιγµα, αν έχει κατάλληλες διαστάσεις και φέρει µέσα και έξω κατάλληλη µόνιµη εγκατάσταση (π.χ. µεταλλικές βαθµίδες) για τη διέλευση ανθρώπων.
2.4.2. Καπνοδόχος:
2.4.2.1. Θεωρείται το σύνολο των δοµικών ή άλλων στοιχείων που εξασφαλίζουν την απαγωγή των καυσαερίων στον αέρα.
2.4.2.2. Κάθε λέβητας πρέπει να έχει ιδιαίτερη καπνοδόχο. Επιτρέπεται η σύνδεση περισσότερων λεβήτων στην ίδια καπνοδόχο, εάν η απαγωγή των καυσαερίων γίνεται µε µηχανικά µέσα.
Στην περίπτωση χρήσης αερίων καυσίµων, επιτρέπεται η σύνδεση δύο ή περισσοτέρων λεβήτων στην ίδια καπνοδόχο. Η καπνοδόχος πρέπει να κατασκευάζεται από ανθεκτικά και άκαυστα υλικά και να έχει δείκτη πυραντίστασης όχι µικρότερο από δύο ώρες.
Η καπνοδόχος πρέπει να στηρίζεται ασφαλώς σε όλη τη διαδροµή της πάνω σε τοίχο, δάπεδο ή στο έδαφος.
2.4.2.3. Η κατασκευή της καπνοδόχου πρέπει να είναι τέτοια, ώστε να εξασφαλίζεται:
α) Η οµαλή ροή καυσαερίων σε κανονικές συνθήκες λειτουργίας.
β) Η στεγανότητα των τοιχωµάτων, ώστε να µην διαφεύγουν αέρια.
γ) Η αντοχή στα φορτία πού δέχεται.
δ) Η αντοχή σε συνθήκες που δηµιουργούνται από τυχόν ανάφλεξη αποθέσεων στο εσωτερικό των καπνοδόχων.
ε) Η αντοχή τους σε χηµικές προσβολές που προκαλούνται από τα προϊόντα της καύσης.
ζ) Η θερµική µόνωση, ώστε η θερµοκρασία εξωτερικής επιφάνειας να είναι η κάτω των 50οC στη βάση της καπνοδόχου, ανεξάρτητα αν αυτή είναι προσιτή ή όχι.
2.4.2.4. Τα εσωτερικά τοιχώµατα της καπνοδόχου πρέπει να είναι λεία χωρίς ρωγµές και διαβρώσεις. Σε εσωτερικές καπνοδόχους πρέπει να εξασφαλίζεται η ελεύθερη διαστολή αυτής.
Η καπνοδόχος πρέπει να βρίσκεται κατά το δυνατό στο εσωτερικό του κτιρίου και να εξέρχεται στο ψηλότερο σηµείο αυτού. Στη διαδροµή της καπνοδόχου πρέπει να αποφεύγονται οι καµπές. Η σύνδεση του οριζόντιου τµήµατος της καπνοδόχου µε το κατακόρυφο τµήµα της πρέπει να γίνεται υπό γωνία τουλάχιστο 100ο. Η ελεύθερη διατοµή της καπνοδόχου πρέπει να είναι κατά το δυνατό ή κυκλική ή ορθογωνική και να διατηρείται σταθερή καθ’ όλη τη διαδροµή της. Απαγορεύεται για οποιοδήποτε λόγο µεταβολή της διατοµής της καπνοδόχου. Σε ορθογωνικές διατοµές καπνοδόχων η σχέση πλευρών πρέπει να είναι το πολύ 1:1,5. Ο υπολογισµός της διατοµής καπνοδόχου γίνεται σύµφωνα µε το αντίστοιχο πρότυπο ΕΛΟΤ 447.
2.4.2.5. Η καπνοδόχος πρέπει να καταλήγει τουλάχιστο 1m πάνω από το σηµείο εξόδου της, 0,7m από οποιαδήποτε ακµή κτιρίου που βρίσκεται σε ακτίνα µικρότερη των 3,0m από αυτή και 1,5m από καυστά υλικά.
Σε περίπτωση που υπάρχουν ανοίγµατα που βρίσκονται ψηλότερα από την απόληξη της καπνοδόχου και σε οριζόντια απόσταση µικρότερη των 10m από αυτήν και η αρµόδια αρχή διαπιστώσει ενόχληση από την εκποµπή καυσαερίων, µπορεί να επιβάλει την ανύψωση της καπνοδόχου ή να διατάξει άλλα µέτρα για τον περιορισµό της ενόχλησης σε ανεκτά όρια.
2.4.2.6. Για κάθε καπνοδόχο προβλέπεται άνοιγµα καθαρισµού στη βάση της, που να κλείνει ερµητικά. Προ του ανοίγµατος αυτού πρέπει να υπάρχει ελεύθερος χώρος τουλάχιστο 1m2. Σε περίπτωση που υπάρχει οριζόντιο τµήµα της καπνοδόχου κάτω από το έδαφος, πρέπει να ληφθεί ειδική πρόνοια, ώστε να παραµένει τούτο ξηρό και απρόσβλητο από τυχόν διαρροές υπόγειων ή βρόχινων νερών.
Στο τµήµα αυτό της καπνοδόχου πρέπει να υπάρχουν ειδικά ανοίγµατα επιθεώρησης και καθαρισµού, που να κλείνουν στεγανά µε χυτοσιδηρά καλύµµατα.
2.4.2.7. Καπναγωγός είναι η διάταξη που συνδέει το λέβητα µε την καπνοδόχο.
Ο καπναγωγός πρέπει να είναι θερµικά µονωµένος. Μπορεί να κατασκευαστεί από τούβλα κτιστός, από τσιµέντο ή από χαλυβδοελάσµατα (πάχους τουλάχιστο 3mm) για καπναγωγό διατοµής µεγαλύτερης των 500m2.
Εάν µεταξύ του λέβητα και της καπνοδόχου δεν παρεµβάλλεται καπνοσυλλέκτης, πρέπει: α) Να ανέρχεται µε κλίση 15% τουλάχιστο, εάν είναι µεταλλικός.
β) Να έχει διατοµή κατά 20% µεγαλύτερης της διατοµής της αντίστοιχης καπνοδόχου και να ανέρχεται µε κλίση 1% τουλάχιστο, αν είναι κτιστός. Σε περίπτωση χρήσης ελαφρού πετρελαίου (DIESEL) στις εγκαταστάσεις κεντρικής θέρµανσης, απαγορεύεται η εγκατάσταση ειδικών συσκευών συγκράτησης αιθάλης (καπνοσυλλέκτες).
2.4.2.8. Για λέβητες θερµικής ισχύος κάτω των 25 KW, όταν τοποθετούνται µέσα στις κατοικίες, εφαρµόζονται οι διατάξεις της ΤΟΤΕΕ 2421/86 µέρος 2ο.
Για την περίπτωση χρήσης µεταλλικών σωλήνων (µπουριά) για την απαγωγή των καυσαερίων, η κατασκευαστική διαµόρφωση του τελικού τµήµατος της καπνοδόχου που βρίσκεται έξω από το κτίριο πρέπει να είναι τέτοια, ώστε:
α) Να υπάρχει κατάλληλη υψοµετρική διαφορά για να εξασφαλίζεται ο απαιτούµενος ελκυσµός (ελάχιστη απόσταση του σηµείου εξόδου των καυσαερίων από το λέβητα 1,5m).
β) Το εξωτερικό οριζόντιο τµήµα έχει το κατά το δυνατό ελάχιστο µήκος και σταµατά από εξωτερικό τοίχο σε απόσταση µικρότερη από το τριπλάσιο της διαµέτρου του σωλήνα.
γ) Το τελικό σηµείο εξόδου των καυσαερίων είναι προστατευµένο µε ειδικό εξάρτηµα. Σε περίπτωση που υπάρχουν ανοίγµατα που βρίσκονται ψηλότερα από την απόληξη της καπνοδόχου και σε οριζόντια απόσταση µικρότερη των 6m από αυτήν και η αρµόδια αρχή διαπιστώσει ενόχληση από την εκποµπή καυσαερίων, µπορεί να επιβάλει την ανύψωση ή να διατάξει άλλα µέτρα για τον περιορισµό της ενόχλησης σε ανεκτά όρια.
2.4.3. Αποθήκευση καυσίµων.
2.4.3.1. Για την αποθήκευση υγρών ή στερεών καυσίµων και για συνολική εγκατεστηµένη θερµική ισχύ πάνω από 150 KW, απαιτείται η κατασκευή ιδιαίτερου χώρου αποθήκευσης καυσίµων στο κτίριο.
Ο χώρος αποθήκευσης καυσίµων πρέπει να χωρίζεται από το λεβητοστάσιο ή άλλο διπλανό χώρο µε τοίχο από άκαυστα υλικά. Ειδικά για την περίπτωση αποθήκευσης πετρελαίου, ο τοίχος αυτός πρέπει να είναι στεγανός και ανθεκτικός στη φωτιά. Ο τοίχος αυτός αρκεί να είναι κατασκευασµένος είτε από οπλισµένο σκυρόδεµα είτε από δροµική πλινθοδοµή εκατέρωθεν επιχρισµένη είτε από µπατική πλινθοδοµή χωρίς διαµπερείς οπές.
Εναλλακτικά, µπορεί ο τοίχος αυτός να είναι οποιασδήποτε άλλης κατασκευής, εφόσον αποδεδειγµένα έχει δείκτη πυραντίστασης τουλάχιστο µιας ώρας.
Ο χώρος αποθήκευσης πρέπει να επικοινωνεί µε τους άλλους χώρους µέσω µεταλλικής πόρτας. Ο τεχνητός φωτισµός του χώρου επιτρέπεται µόνο µε ηλεκτρικούς λαµπτήρες.
Ο χώρος αποθήκευσης καυσίµων πρέπει να αερίζεται µέσω µόνιµου ανοίγµατος προς το ύπαιθρο (κατευθείαν ή µέσω σήραγγας). Η καθαρή επιφάνεια του ανοίγµατος πρέπει να είναι ίση τουλάχιστο µε το 1/12 της επιφάνειας του χώρου της αποθήκης.
2.4.3.2. Σε περίπτωση αποθήκευσης µαζί στερεών και υγρών καυσίµων, πρέπει να λαµβάνεται πρόνοια, ώστε το τυχόν διαρρέον πετρέλαιο να µην έρχεται σε επαφή µε τα στερεά καύσιµα.
2.4.3.3. Απαγορεύεται η αποθήκευση υγρών καυσίµων σε διαδρόµους, εισόδους, κλιµακοστάσια και κάτω από αυτά, κατοικούµενους ορόφους, χώρους εργασίας και εργαστήρια, καθώς και όπου, κατά την κρίση των αρµόδιων αρχών, είναι ενδεχόµενο να δηµιουργηθεί συγκέντρωση ατόµων σε περίπτωση έκρηξης πυρκαγιάς.
2.4.3.4. Απαγορεύεται εφεξής η χρήση υγραερίων καυσίµων για κεντρικές θερµάνσεις. Κατ’ εξαίρεση, είναι δυνατό να χρησιµοποιηθούν υγραέρια καύσιµα σε κτίρια µε χρήση βιοµηχανίας βιοτεχνίας (κατηγορίας Ι), µετά από έγκριση του υπουργείου Βιοµηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας, όταν τα υγραέρια καύσιµα χρησιµοποιούνται και για άλλους σκοπούς
Γενικά, οπουδήποτε στο παρόν άρθρο αναφέρεται η έννοια του αερίου καυσίµου, νοείται αέριο µε συνεχή παροχή από δίκτυο φωταερίου ή φυσικού αερίου πόλης.
2.4.3.5. Για εγκαταστάσεις όπου η συνολική θερµική ισχύς είναι κάτω των 25 KW και οι λέβητες µπορούν να τοποθετηθούν σε κατάλληλη θέση και µέσα στις κατοικίες, η αποθήκευση καυσίµου πρέπει να γίνεται σε ξεχωριστό χώρο, εκτός του χώρου παραµονής προσώπων και λαµβάνονται όλα τα υπό του κατασκευαστή ενδεικνυόµενα µέτρα για την ασφάλεια της λειτουργίας της όλης εγκατάστασης. Επίσης, λαµβάνονται προβλεπόµενα µέτρα πυροπροστασίας στο χώρο αποθήκευσης του καυσίµου.
2.4.3.6. ∆εξαµενή πετρελαίου χωρητικότητας µέχρι 3,0m3 µπορεί να τοποθετείται µέσα στο λεβητοστάσιο. Στην περίπτωση αυτή, η δεξαµενή δεν επιτρέπεται να τοποθετείται πάνω από το λέβητα ή τον καπναγωγό. Η δεξαµενή πρέπει να απέχει από λέβητα και καπναγωγό τουλάχιστο 2m ή να παρεµβάλλεται µεταξύ τους µονωτικό τοίχωµα, οπότε η απόσταση αυτή µειώνεται στο 1m.
Η δεξαµενή πετρελαίου πρέπει να στηρίζεται µε ασφάλεια πάνω σε µεταλλική βάση. Η επιφάνεια του δαπέδου κάτω από τη δεξαµενή πρέπει να διαµορφώνεται σαν ένα είδος λεκάνης από σκυρόδεµα, τέτοιας χωρητικότητας που να εξασφαλίζεται η συγκέντρωση σε αυτή όλης της διαρρέουσας ποσότητας.
Απαγορεύεται η σύνδεση τυχόν αποχέτευσης του χώρου της δεξαµενής πετρελαίου µε την εγκατάσταση αποχέτευσης του κτιρίου. Εάν είναι επιθυµητή η αποχέτευση της λεκάνης της δεξαµενής, αυτή πρέπει να καταλήγει εκτός του κτιρίου σε ειδική εγκατάσταση (π.χ. σε στεγανό φρεάτιο κλπ.).
Για να είναι δυνατός ο έλεγχος της στεγανότητας από όλες τις πλευρές της δεξαµενής πετρελαίου, ορίζεται σαν ελάχιστες επιτρεπόµενες αποστάσεις των πλευρών της δεξαµενής από τους απέναντι τοίχους οι ακόλουθες:
2.4.3.7. Η δεξαµενή πετρελαίου πρέπει να εφοδιάζεται µε τα ακόλουθα εξαρτήµατα:
α) Σωλήνας εξαερισµού: Πρέπει να εξασφαλίζεται από την είσοδο ξένων σωµάτων, νερού κλπ., να έχει στόµιο σε ορατή θέση και να µπορεί να αποµακρύνει εύκολα τα παραγόµενα αέρια χωρίς κίνδυνο για τους ανθρώπους.
Το στόµιο του σωλήνα πρέπει να βρίσκεται τουλάχιστο 2,50µ. πάνω από την επιφάνεια του εδάφους και οπωσδήποτε 0,50 µ. πάνω από το στόµιο πλήρωσης της δεξαµενής.
Ο σωλήνας εξαερισµού πρέπει να ξεκινάει από το ψηλότερο σηµείο της δεξαµενής και να οδηγείται κατακόρυφα προς το ύπαιθρο.
Ο σωλήνας εξαερισµού πρέπει να είναι από χαλυβδοσωλήνα, µε εσωτερική διάµετρο κατά µία τυποποιηµένη διάσταση µεγαλύτερη της διαµέτρου του σωλήνα πλήρωσης της δεξαµενής και οπωσδήποτε όχι µικρότερη από 1 1/2”, το δε σηµείο εκβολής του πρέπει να απέχει τουλάχιστο 5 µ. από οποιοδήποτε σηµείο που είναι δυνατόν να αναπτυχθεί µεγάλη θερµοκρασία.
β) Σωλήνας πλήρωσης πετρελαίου: Το στόµιο πλήρωσης της δεξαµενής πρέπει να βρίσκεται έξω από το κτίριο και να µην απέχει από τη θέση στάθµευσης του πετρελαιοφόρου οχήµατος περισσότερο από 30 µ. Το στόµιο πρέπει να βρίσκεται σε προσιτό από το όχηµα σηµείο του πεζοδροµίου, µέσα σε ειδικό κτιστό φρεάτιο και να φέρει στεγανό κάλυµµα το οποίο να ασφαλίζεται, ώστε να µην ανοίγεται από αναρµόδιους. Ο σωλήνας πλήρωσης πρέπει να έχει διάµετρο τουλάχιστο 1 1/4”, να είναι εγκατεστηµένος µε συνεχή κλίση προς τη δεξαµενή και να εισχωρεί σε βάθος 0,50 µ. µέσα σε αυτήν.
γ) Στόµιο κένωσης δεξαµενής: Στο κατώτερο σηµείο του πυθµένα της δεξαµενής πετρελαίου πρέπει να τοποθετείται στόµιο κένωσης µε στεγανή αποφρακτική δικλείδα, τόσο για την κένωση της δεξαµενής σε περίπτωση ανάγκης, όσο και για την αποµάκρυνση των κατάλοιπων πετρελαίου (λάσπη) που εναποτίθενται στον πυθµένα.
Η ονοµαστική διάµετρος του στοµίου κένωσης πρέπει να είναι τουλάχιστο 1 1/4”.
δ) ∆είκτης στάθµης πετρελαίου: Κάθε δεξαµενή πρέπει να είναι εφοδιασµένη µε διάταξη καθορισµού της στάθµης του πετρελαίου. Με τη διάταξη αυτή πρέπει να εξασφαλίζεται η ασφαλής και εύκολη ανάγνωση της στάθµης του πετρελαίου εντός της δεξαµενής και συγχρόνως να εµποδίζεται η εκροή πετρελαίου σε περίπτωση βλάβης ή καταστροφής της. Η διάταξη θα πρέπει να εξασφαλίζει την ανεµπόδιστη παρακολούθηση της ανόδου της στάθµης του πετρελαίου κατά την πλήρωση της δεξαµενής, ώστε να αποφεύγονται η υπερπλήρωση και η υπερχείλιση αυτής.
ε) Ανθρωποθυρίδα: Σε δεξαµενές χωρητικότητας πάνω από 0,50m3, επιβάλλεται η ύπαρξη ανθρωποθυρίδας, διαστάσεων τουλάχιστο 50×50 cm.
2.4.4. Θερµικοί υποσταθµοί.
2.4.4.1. Εάν σε ένα κτίριο ή χώρο υπάρχει εγκατάσταση κεντρικής θέρµανσης, ανεξάρτητα από τη συνολική θερµική ισχύ, και το θερµαντικό µέσο θερµαίνεται έµµεσα, δηλαδή από άλλο θερµαντικό µέσο υψηλότερης θερµοκρασίας (π.χ. θερµό νερό, υπέρθερµο νερό, ατµό κλπ.), που παρέχεται στο κτίριο ή το χώρο από δηµόσιο, δηµοτικό ή άλλο δίκτυο, τότε το συγκρότηµα παραγωγής του θερµαντικού µέσου του κτιρίου (π.χ. νερό, ατµός, αέρας κλπ.) πρέπει να τοποθετείται σε ιδιαίτερο χώρο, καλούµενο θερµικό υποσταθµό.
2.4.4.2. Στο θερµικό υποσταθµό συνδέονται η εγκατάσταση κεντρικής θέρµανσης του κτιρίου µε την εγκατάσταση του δικτύου διανοµής θερµικής ενέργειας και περιλαµβάνει το συγκρότηµα απόδοσης, εναλλαγής και µέτρησης θερµότητας και το συγκρότηµα διανοµής στο κτίριο ή το χώρο.
2.4.4.3. Στους θερµικούς υποσταθµούς λαµβάνονται υποχρεωτικά όλα τα απαραίτητα µέτρα ασφάλειας που προβλέπονται από τους οικείους κανονισµούς, τεχνικές οδηγίες κλπ., για τις αντίστοιχες εγκαταστάσεις διανοµής (π.χ. θερµό νερό, υπέρθερµο νερό, ατµό χαµηλής ή ψηλής πίεσης κλπ.). Εάν δεν υφίσταται εθνικός κανονισµός, τότε ισχύουν τα αναφερόµενα στους γερµανικούς κανονισµούς.
2.4.4.4. Η θέση του θερµικού υποσταθµού στο κτίριο προσδιορίζεται κυρίως από τη δυνατότητα αερισµού του χώρου και την κατάλληλη και οικονοµική διάταξη των απαιτούµενων σωληνώσεων.
– Ο θερµικός υποσταθµός, εκτός της περίπτωσης που το θερµαίνον µέσο (πρωτεύον) είναι θερµό νερό θερµοκρασίας κάτω των 110οC, απαγορεύεται να έχει οποιοδήποτε άνοιγµα προς κλιµακοστάσια (άνοιγµα κουφώµατος, αεραγωγό, γρίλιες κλπ.). Κατ’ εξαίρεση, επιτρέπεται πόρτα, που είναι αναγκαία για την πρόσβαση προς αυτό, εφόσον έχει τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:
α) Είναι το σύνολό της σιδερένια και όπου έχει λαµαρίνα το πάχος της είναι 1,5mm.
β) ∆εν έχει γρίλιες ή οποιοδήποτε άλλο άνοιγµα.
γ) Εφάπτεται σε πατούρες της κάσας σε πλάτος τουλάχιστον 25mm.
δ) Έχει µηχανισµό επαναφοράς στην κλειστή θέση.
Εναλλακτικά, η πόρτα αυτή αρκεί να έχει δείκτη αντίστασης στη φωτιά τουλάχιστο µισής ώρας, όπως προκύπτει από πιστοποιητικό, αναγνωρισµένου εργαστηρίου.
Κατά την επιλογή της θέσης του θερµικού υποσταθµού, πρέπει να λαµβάνεται υπόψη η ανάγκη προστασίας του κτιρίου από τους θορύβους που πιθανώς προκαλούνται στο χώρο.
2.4.4.5. Οι διαστάσεις του θερµικού υποσταθµού καθορίζονται από πολλούς παράγοντες που έχουν σχέση µε τον τρόπο θέρµανσης του θερµαντικού µέσου (δευτερεύοντος) του κτιρίου, δηλαδή εάν είναι άµεσος (µε ανάµειξη) ή έµµεσος (µε εναλλάκτη θερµότητας), µε το είδος του θερµαίνοντος µέσου (πρωτεύοντος), π.χ. νερό, ατµός κλπ.
Γενικά, ισχύουν τα αναφερόµενα στην παρ. 2.4.1.3. για τα λεβητοστάσια, πλην των εδαφίων (α) και (β) (περί οριζοντίων αποστάσεων των πλευρών του λέβητα που φέρει την εστία και την έξοδο των καπναερίων), όπου αντί της έννοιας λέβητας νοείται εναλλάκτης θερµότητας, µειωτής πίεσης, ρυθµιστικής πίεσης ή δοχείο συµπυκνωµάτων. Ειδικά για την περίπτωση συσκευής µε επιµήκη εξαρτήµατα, όπως π.χ. τα θερµαντικά στοιχεία εναλλακτών θερµότητας ή δοχείων συµπυκνωµάτων, πρέπει να λαµβάνεται πρόνοια, ώστε να υπάρχει αρκετός χώρος µεταξύ της παρειάς του µηχανήµατος και του απέναντι τοίχου ή άλλου µηχανήµατος, ώστε να είναι ευχερής η εξαγωγή του θερµαντικού στοιχείου χωρίς την αποσυναρµολόγησή της.
2.4.4.6. Ο χώρος του θερµικού υποσταθµού πρέπει κατά το δυνατό να εξαερίζεται οµοιόµορφα. Για τον αερισµό του υποσταθµού πρέπει να υπάρχουν δύο ανοίγµατα επικοινωνίας µε το ύπαιθρο, κατευθείαν ή µέσω σηράγγων: το ένα για την προσαγωγή του αέρα (αερισµός) και το άλλο για την απαγωγή του αέρα (εξαερισµός).
Οι διατοµές των ανοιγµάτων αερισµού και εξαερισµού υπολογίζονται σε 2cm2 και 3cm2 ανά KW θερµικής ισχύος αντίστοιχα για τον εξαερισµό και αερισµό µε ελάχιστη επιφάνεια 200cm2 και 300cm2 αντίστοιχα.
Η έξοδος των ανοιγµάτων αερισµού, εξαερισµού ή των σηράγγων πρέπει να απέχει τουλάχιστο 50cm από οποιοδήποτε άνοιγµα άλλων χώρων παραµονής κοινού. Όταν χρησιµοποιούνται σήραγγες, πρέπει να έχουν διατοµή κατά 150% µεγαλύτερη της διατοµής του ανοίγµατος και στάθµη πυθµένα 30cm κάτω από το άνοιγµα αερισµού, ώστε να είναι δυνατός ο καθαρισµός της σήραγγας. Ανοίγµατα προς το ύπαιθρο που βρίσκονται κοντά σε χώρους µε κυκλοφορία και χαµηλότερα από 2m από το κατάστρωµα πρέπει να προστατεύονται µε ανθεκτικά κιγκλιδώµατα.
2.4.4.7. Οι θερµικοί υποσταθµοί πρέπει να αποτελούν σαφώς ξεχωριστό χώρο εντός ή εκτός του υπόλοιπου οικοδοµικού όγκου και να περιβάλλονται από τοίχους. Η επικοινωνία του υποσταθµού µε το κτίριο πρέπει να γίνεται µε διάδροµο ή άλλο χώρο µικρής κυκλοφορίας ατόµων µη κατοικήσιµο.
Ο θερµικός υποσταθµός δεν πρέπει να επικοινωνεί άµεσα µε χώρους διαρκούς παραµονής ανθρώπων. Οι πλευρικοί τοίχοι, το δάπεδο και η οροφή του πρέπει να κατασκευάζονται από υλικά ανθεκτικά σε υψηλές θερµοκρασίες. Μετά την επίχριση των τοίχων αυτών, λαµβάνεται µέριµνα για το κλείσιµο των πόρων, ώστε να εξασφαλίζουν αεροστεγανότητα.
Το δάπεδο του υποσταθµού πρέπει να έχει λεία επιφάνεια.
Οι δίοδοι των σωληνώσεων διαµέσου τοίχων, οροφής ή δαπέδων του υποσταθµού πρέπει να είναι αεροστεγώς κατασκευασµένες, ώστε να µην υπάρχει διαρροή αερίων σε άλλους χώρους. Στον υποσταθµό πρέπει να υπάρχει παροχή ψυχρού νερού και αποχέτευση δαπέδου.
2.4.4.8. Οι πόρτες του υποσταθµού πρέπει να είναι µεταλλικές, να ανοίγουν προς τα έξω, να έχουν µηχανισµό επαναφοράς στην κλειστή θέση και να κλειδώνουν ασφαλώς. Κλειδί της πόρτας του υποσταθµού θα βρίσκεται µόνιµα κοντά στην πόρτα.
2.5. Το σύστηµα µεταφοράς και διανοµής του θερµαντικού µέσου στους διάφορους χώρους του κτιρίου περιλαµβάνει όλες τις απαραίτητες διατάξεις, συσκευές, κατασκευές, µηχανισµούς, που είναι απαραίτητα για τη µεταφορά της θερµικής ενέργειας στους διαφόρους χώρους του κτιρίου είτε άµεσα (π.χ. προσαγωγή θερµού αέρα στο χώρο) είτε έµµεσα (π.χ. προσαγωγή θερµαντικού µέσου στις επιφάνειες εναλλαγής του χώρου, θερµαντικά σώµατα κλπ.), δηλαδή αεραγωγούς και σωληνώσεις.
2.5.1. Σωληνώσεις.
2.5.1.1. Οι σωληνώσεις της εγκατάστασης κεντρικής θέρµανσης τοποθετούνται µε τρόπο, ώστε να εναρµονίζονται µε την οικοδοµική κατασκευή. Τα δίκτυα σωληνώσεων πρέπει να πληρούν τα αναφερόµενα στις παρ. 1.5., 1.6. και 1.7. του παρόντος άρθρου.
2.5.1.2. Κατά την κατασκευή του δικτύου σωληνώσεων της εγκατάστασης θέρµανσης, απαγορεύονται οι ενώσεις σωλήνων µέσα στο σώµα των τοίχων, καθώς και των δαπέδων. Όπου οι σωληνώσεις διέρχονται από οικοδοµικά στοιχεία, δάπεδα, τοίχους, οροφές, πρέπει να τοποθετούνται µέσα σε δακτυλίους διέλευσης.
Οι δακτύλιοι αυτοί έχουν κατάλληλη διάµετρο, ώστε να επιτρέπονται µικροµετακινήσεις των σωληνώσεων κατά τις θερµικές διαστολές χωρίς να προκαλούνται βλάβες.
Η διέλευση σωληνώσεων από οικοδοµικά στοιχεία (τοίχοι, δάπεδα, οροφές κλπ.) πρέπει να εξασφαλίζει αντοχή σε πυρκαγιά τέτοια, ώστε να µη µειώνεται η αντοχή των στοιχείων που διαπερνούν οι σωληνώσεις.
Τα εξαρτήµατα στήριξης, έδρασης και ανάρτησης σωλήνων πρέπει να είναι κατασκευασµένα από µέταλλο ίδιας σύνθεσης µε το σωλήνα που στηρίζουν, ώστε να αποφεύγεται η ηλεκτροχηµική διάβρωση.
2.5.2. Αεραγωγοί.
2.5.2.1. Για τους αεραγωγούς ισχύουν επίσης τα αναφερόµενα στην παρ. 2.5.1.1.
2.5.2.2. Οι αεραγωγοί πρέπει να είναι κατασκευασµένοι από κατάλληλα υλικά, όπως σίδηρο, χάλυβα, αλουµίνιο, σκυρόδεµα, φυσικούς ή τεχνητούς λίθους, άργιλο, αµιαντοτσιµέντο. Επίσης, πρέπει να είναι στεγανοί σε όλη τους τη διαδροµή και να µην έχουν άλλα ανοίγµατα, εκτός από αυτά που απαιτούνται για τη σωστή λειτουργία και συντήρηση του συστήµατος.
Επίσης, πρέπει να λαµβάνεται ειδική µέριµνα και µέτρα, ώστε να µη µεταδίδεται διαµέσου των αεραγωγών θόρυβος που να είναι πάνω από τα ανεκτά όρια είτε αυτός προέρχεται από τη λειτουργία µηχανηµάτων είτε από χώρους µέσα από τους οποίους διέρχεται ο αεραγωγός.
2.5.2.3. Για τους αεραγωγούς ισχύουν επίσης τα αναφερόµενα στην 2423/1986 ΤΟΤΕΕ ΚΛΙΜΑΤΙΣΜΟΥ (ΦΕΚ 177 Β/31-3-1988).
2.6. Το σύστηµα µετάδοσης της θερµότητας στους διάφορους χώρους περιλαµβάνει τις απαραίτητες κατασκευές, µηχανισµούς κλπ., που απαιτούνται για την πρόσδοση της θερµικής ενέργειας στους χώρους.
2.6.1. Η πρόσδοση της θερµικής ενέργειας µπορεί να γίνει είτε µε άµεσο τρόπο, δηλαδή προσαγωγή θερµού αέρα στο χώρο, είτε µε έµµεσο τρόπο, δηλαδή µε προσαγωγή ενός θερµαντικού µέσου σε µια συσκευή, διάταξη (θερµαντικά σώµατα, µονάδες ανεµιστήρα στοιχείου κλπ.), µέσα στο χώρο, η οποία διαθέτει επιφάνεια εναλλαγής θερµότητας και αποδίδει τη θερµότητα είτε µε ακτινοβολία (θερµαντικά σώµατα) είτε µε µεταβίβαση στον αέρα του χώρου (µονάδες ανεµιστήρα στοιχείου) είτε και µε τα δύο.
2.6.2. Ανεξάρτητα από το είδος της θερµαινόµενης επιφάνειας που θα χρησιµοποιηθεί για θέρµανση χώρου, θα πρέπει η σχεδίαση, ο υπολογισµός και η κατασκευή να γίνει µε τρόπο, ώστε να επιτυγχάνεται οµοιόµορφη κατανοµή θερµότητας στο θερµαινόµενο χώρο και να δηµιουργούνται συνθήκες ευεξίας στους ανθρώπους που παραµένουν σε αυτόν.
2.6.3. Σε περίπτωση χρησιµοποίησης του θερµαντικού µέσου σε θερµοκρασία µεγαλύτερη των 95οC, πρέπει να λαµβάνονται µέτρα για την προστασία προσώπων από τυχαία επαφή που µπορεί να προκαλέσει ατυχήµατα.
2.6.4. Για όλα τα εξαρτήµατα του συστήµατος µετάδοσης της θερµότητας, ισχύουν τα αναφερόµενα στις παρ. 1.5., 1.6., 1.7. και 2.5.4. του παρόντος άρθρου.
2.6.5. Στην περίπτωση της θέρµανσης επιφανειών, ειδική µέριµνα πρέπει να δοθεί στην ενσωµάτωση των συστηµάτων µετάδοσης στα οικοδοµικά στοιχεία.
Τα υλικά που θα χρησιµοποιηθούν πρέπει να έχουν χρόνο ζωής αντίστοιχο της οικοδοµικής κατασκευής. Η µέση θερµοκρασία της επιφάνειας θέρµανσης δεν πρέπει να ξεπερνάει τους 35οC προκειµένου για οροφή και τους 28οC προκειµένου γα δάπεδο.
Ο υπολογισµός της θέρµανσης επιφανειών (οροφής ή δαπέδου) πρέπει να γίνεται σύµφωνα µε την οδηγία ΤΟΤΕΕ 2421/1986 µέρος 1ο.
2.7. Σε κάθε κτίριο ή χώρο, που θερµαίνεται µε κεντρική θέρµανση, πρέπει να περιλαµβάνεται στην εγκατάσταση σύστηµα ελέγχου και αυτοµατισµού είτε κεντρικό είτε τοπικό, ώστε να επιτυγχάνεται εξοικονόµηση ενέργειας σε συνδυασµό µε την άνεση των χρηστών του κτιρίου.
Το σύστηµα ελέγχου και αυτοµατισµού πρέπει να είναι κατά τέτοιο τρόπο σχεδιασµένο και κατασκευασµένο, ώστε να µπορεί να διατηρεί τη θερµοκρασία των χώρων +2οC – 3oC από την επιθυµητή θερµοκρασία του χώρου, όπως καθορίζεται από τον κανονισµό θερµοµόνωσης για κάθε χώρο. 3. Τοπικές θερµάνσεις.
3.1. Τοπική θέρµανση είναι το σύστηµα θέρµανσης χώρων, στο οποίο η ενέργεια παράγεται και προσδίδεται µέσα στον ίδιο χώρο, χωρίς την παρεµβολή συστήµατος µεταφοράς.
3.2. Οι τοπικές θερµάνσεις διακρίνονται σε δύο κατηγορίες:
– Τοπικές θερµάνσεις µε φορητές συσκευές (θερµάστρες υγραερίου, θερµάστρες καθαρού πετρελαίου χωρίς καπναγωγό, ηλεκτρικές θερµάστρες ακτινοβολίας, αερόθερµα κλπ.). – Τοπικές θερµάνσεις µε διατάξεις ενσωµατωµένες εν όλω ή εν µέρει στο κτίριο (τζάκια, θερµάστρες πετρελαίου, αερίου ή υγραερίου µε καπναγωγούς, θερµοσυσσωρευτές κλπ.).
3.3. Οι χρησιµοποιούµενες συσκευές στις τοπικές θερµάνσεις είτε φορητές είτε όχι, ανεξαρτήτως του χώρου που θα τοποθετηθούν, πρέπει απαραίτητα να είναι εγκεκριµένες από τον αρµόδιο φορέα (π.χ. υπουργείο Βιοµηχανίας, ΕΛΟΤ κλπ.) και πρέπει κατά τη χρήση τους ή την τοποθέτησή τους να λαµβάνονται τα υπό του κατασκευαστή συνιστώµενα µέτρα ασφάλειας.
3.3.1. Συσκευές που χρησιµοποιούν υγρά καύσιµα πρέπει να φέρουν ενσωµατωµένο δοχείο καυσίµου, απαγορευµένης της τροφοδότησής τους από αποθήκη καυσίµων εντός κατοικούµενων χώρων του κτιρίου.
Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, επιτρέπεται µόνον κατόπιν αδείας της αρµόδιας αρχής και µετά γνώµη της πυροσβεστικής υπηρεσίας η τροφοδότηση πολλών τοπικών θερµαστρών πετρελαίου από κεντρική δεξαµενή καυσίµου που βρίσκεται εκτός των χώρων παραµονής ατόµων και πιεστικού δικτύου διανοµής πετρελαίου. Για τις περιπτώσεις αυτές, για το χώρο αποθήκευσης καυσίµων, ισχύουν οι διατάξεις της παραγρ. 2.4.3. για αποθήκευση καυσίµων για τις κεντρικές θερµάνσεις, ανεξαρτήτως µεγέθους δεξαµενής ή θερµικής ισχύος της εγκατάστασης, και για το σύνολο της εγκατάστασης ισχύουν οι αντίστοιχοι γερµανικοί κανονισµοί.
3.3.2. Για τις καπνοδόχους των θερµαστρών στερεών, υγρών ή αερίων καυσίµων, ισχύουν τα αναφερόµενα στην παρ. 2.4.2.8. για τις καπνοδόχους λεβήτων κάτω των 25 KW για τις κεντρικές θερµάνσεις.
Για τις καπνοδόχους των ανοικτών εστιών (τζάκια), ισχύουν οι περιορισµοί οι αναφερόµενοι στην παρ. 2.4.2.4. του παρόντος άρθρου.
3.3.3. Οι ηλεκτρικοί θερµοσυσσωρευτές πρέπει να είναι εφοδιασµένοι µε όλες τις απαραίτητες διατάξεις αυτοµατισµού και ελέγχου ώστε να αξιοποιούν κατά τον καλύτερο τρόπο ειδικά τιµολόγια ηλεκτρικής ενέργειας.
3.3.4. Για όλες τις συσκευές τοπικής θέρµανσης, πλην των φορητών, ισχύουν τα αναφερόµενα στην παραγρ. 1.5., 1.6. και 1.7. του άρθρου αυτού.
Άρθρο 28
Εγκατάσταση κλιµατισµού- αερισµού.
Ενσωµάτωση στοιχείων της εγκατάστασης κλιµατισµού στα λοιπά οικοδοµικά στοιχεία του κτιρίου επιτρέπεται, εφόσον:
α) ∆εν δηµιουργούνται κακοτεχνίες.
β) Εξασφαλίζεται η ελεύθερη συστολή-διαστολή σωληνώσεων.
γ) Εξασφαλίζονται έντεχνα τελειώµατα σύµφωνα µε τους παραδεκτούς κανόνες τεχνικής.
δ) Τα ενσωµατούµενα υλικά δεν αλληλεπιδρούν µε οποιοδήποτε τρόπο µεταξύ τους.
ε) Τα ενσωµατούµενα υλικά πρέπει να είναι κατάλληλα για το σκοπό αυτό.
Σε χώρους µε ειδικές απαιτήσεις στάθµης θορύβου, πρέπει να λαµβάνονται ειδικά µέτρα. Επίσης µέτρα πρέπει να λαµβάνονται και σε χώρους µε πηγές θορύβου, ώστε να µη δηµιουργείται ενόχληση σε παράπλευρους χώρους ούτε να µπορεί να µεταφέρεται ο θόρυβος µέσα από τα στοιχεία της εγκατάστασης.
Κατά τον προσδιορισµό του µεγέθους του µηχανοστασίου, πρέπει να λαµβάνεται πρόνοια ώστε να υπάρχει και ο αναγκαίος ελεύθερος χώρος για τη λειτουργία και τη συντήρηση των µηχανηµάτων και συσκευών, χωρίς απαίτηση ανακατασκευής τοίχων ή ανοιγµάτων. Η διάταξη των µηχανηµάτων και συσκευών µέσα στο µηχανοστάσιο πρέπει να είναι τέτοια, ώστε για κάθε συσκευή να εξασφαλίζεται οριζόντια απόσταση από τους τοίχους του µηχανοστασίου ή από άλλες συσκευές 0,60 m.
Όταν υπάρχουν αεραγωγοί, τότε τούτο είναι ίσο µε την απόσταση της επάνω πλευράς του ψηλότερου αεραγωγού από το δάπεδο συν 0,50 µ. Σε καµία περίπτωση δεν µπορεί να υπάρχει µηχανοστάσιο µε ελεύθερο ύψος, όπως τούτο καθορίζεται παραπάνω, κάτω των 2,20 µ.
Ειδική πρόνοια πρέπει να λαµβάνεται για την απόσβεση ήχων και κραδασµών που προέρχονται από τη λειτουργία των µηχανηµάτων και συσκευών της εγκατάστασης κλιµατισµού.
Άρθρο 29
Ανελκυστήρες.
Ο τύπος και το είδος του ανελκυστήρα που εγκαθίσταται σε ένα κτίριο πρέπει να είναι κατάλληλος γι’ αυτό και να πληροί όλες τις απαιτήσεις – προδιαγραφές κατασκευής, για την άνετη και ασφαλή µεταφορά ατόµων.
α. Ο ανελκυστήρας εξυπηρετεί τουλάχιστον επτά υπέργειους ορόφους.
Β. Ο πληθυσµός του κτιρίου είναι µεγαλύτερος από 200 άτοµα.
Στην κυκλοφοριακή µελέτη του κτιρίου θα προσδιορίζονται ο αριθµός των ανελκυστήρων, η χωρητικότητα και η ταχύτητά τους.
Ειδικά στους υδραυλικούς ανελκυστήρες, ισχύουν οι παρακάτω παρεκκλίσεις: α) ∆εν απαιτείται ιδιαίτερος χώρος τροχαλιοστασίου.
β) Το µηχανοστάσιο µπορεί να µην είναι σε επαφή µε το φρέαρ. Στην περίπτωση αυτή, οι υδραυλικοί σωλήνες και τα καλώδια που συνδέουν το µηχανοστάσιο µε το φρέαρ πρέπει να τοποθετούνται σε ειδικό για το σκοπό αυτό κανάλι.
γ) Οι ελάχιστες αποστάσεις του µηχανισµού κίνησης από τους τοίχους του µηχανοστασίου πρέπει να είναι τουλάχιστον 0,20 µ. εκτός από την απόστασή της µιας από τις µεγάλες πλευρές του, που πρέπει να είναι 0,80 µ.
δ) Μπροστά από τον ηλεκτρικό πίνακα του ανελκυστήρα που τοποθετείται στο µηχανοστάσιο πρέπει να αφήνεται ελεύθερη απόσταση από οποιοδήποτε εµπόδιο τουλάχιστο 0,80 µ.
ε) Η ελεύθερη απόσταση µεταξύ του ανώτατου σηµείου της οροφής του θαλάµου και του κατώτατου σηµείου της οροφής του φρέατος πρέπει να είναι τουλάχιστο 1,15 µ. Επίσης, ειδικά στους υδραυλικούς ανελκυστήρες, το δάπεδο του µηχανοστασίου πρέπει να κατασκευάζεται έτσι ώστε σε περίπτωση διαρροής όλο το υδραυλικό υγρό να παραµένει στο µηχανοστάσιο.
Επίσης, λαµβάνεται πρόνοια για την προστασία της εγκατάστασης από φωτιά (τοίχοι, κουφώµατα µε ψηλή αντίσταση στη φωτιά) και εξασφαλίζεται φράγµα για την αποτροπή διάδοσης φωτιάς ή καπνού µέσω της εγκατάστασης.
Άρθρο 30
Εσωτερικές ηλεκτρικές εγκαταστάσεις.
Εσωτερικές ηλεκτρικές εγκαταστάσεις είναι το σύνολο των εγκατεστηµένων στοιχείων (σωλήνες, υλικά, ειδικά τεµάχια, εξαρτήµατα, συσκευές κλπ.), που λειτουργικά συµβάλλουν στη χρησιµοποίηση της ηλεκτρικής ενέργειας µέσα στα κτίρια ή οικόπεδα, για φωτισµό, θέρµανση, κίνηση, σήµανση και λοιπές εφαρµογές.
Στις εγκαταστάσεις αυτές περιλαµβάνονται οι αγωγοί σύνδεσης (µόνιµοι και προσωρινοί) των ακινήτων µε το δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας, σταθµοί µετασχηµατιστών, τηλεφωνικές εγκαταστάσεις.
Οι εσωτερικές ηλεκτρικές εγκαταστάσεις σχεδιάζονται και κατασκευάζονται µε τρόπο, ώστε να εξασφαλίζεται η ασφάλεια, η άνεση των ατόµων που τις χρησιµοποιούν και η ασφάλεια του κτιρίου, καθώς επίσης η ορθή και απρόσκοπτη λειτουργία τους. Πρέπει να καλύπτουν µε επάρκεια και κατάλληλα τις διάφορες χρήσεις, όπως αυτές έχουν προδιαγραφεί για το κτίριο ή το οικόπεδο.
Τα χρησιµοποιούµενα υλικά και συσκευές πρέπει να είναι κατάλληλα και να προσαρµόζονται στο είδος της χρήσης που προορίζονται και να είναι εφοδιασµένα µε σχετική έγκριση κυκλοφορίας από την αρµόδια υπηρεσία.
Ο τρόπος κατασκευής των εγκαταστάσεων αυτών, η ποιότητα των χρησιµοποιούµενων υλικών και οι ελάχιστες απαιτήσεις για κάθε µία από τις εγκαταστάσεις αυτές καθορίζονται στους αντίστοιχους ισχύοντες κανονισµούς και στις αναφερόµενες σε κάθε είδος εγκατάστασης παρακάτω παραγράφους. 1. Ηλεκτρικές εγκαταστάσεις ισχυρών ρευµάτων.
1.1. Σε κάθε κτίριο ή τµήµα κτιρίου, που προορίζεται για κατοικία, εργασία ή παραµονή ατόµων, πρέπει να κατασκευάζεται ηλεκτρική εγκατάσταση, που να εξασφαλίζει τη δυνατότητα τεχνητού φωτισµού και δυνατότητα λήψης ηλεκτρικής ενέργειας, ανεξάρτητα αν η ηλεκτρική αυτή εγκατάσταση συνδεθεί µε δηµόσιο δίκτυο διανοµής ηλεκτρικής ενέργειας ή άλλη πηγή παροχής ηλεκτρικής ενέργειας.
1.2. Οι εγκαταστάσεις αυτές πρέπει να εκτελούνται σύµφωνα µε τις διατάξεις του κανονισµού εσωτερικών ηλεκτρικών εγκαταστάσεων (ΚΕΗΕ, ΦΕΚ-59 Β/11-4-1955) και των εκάστοτε συµπληρώσεων ή τροποποιήσεών του που βρίσκονται σε ισχύ και πληρούν τις γενικές απαιτήσεις του άρθρου αυτού.
1.3. Ηλεκτροδότηση της ηλεκτρικής εγκατάστασης κτιρίων από το δηµόσιο δίκτυο διανοµής ηλεκτρικής ενέργειας της ∆ΕΗ γίνεται σύµφωνα µε τις ισχύουσες διατάξεις του Ν. 4483/65 (ΦΕΚ-118 Α’) ή τις ισχύουσες τροποποιήσεις του. Προκειµένου για την ηλεκτροδότηση από ίδιες πηγές ηλεκτρικής ενέργειας θα τηρούνται και τα προβλεπόµενα από το Ν. 1559/85 (ΦΕΚ-135 Α’).
1.4. Σε κάθε κτίριο ή τµήµα κτιρίου πρέπει να προβλέπεται χώρος αποκλειστικά για την τοποθέτηση όλων των µετρητών ηλεκτρικής ενέργειας (κατοικιών, καταστηµάτων κλπ.).
Απαγορεύεται η µεταβολή από τον κατασκευαστή ή τους χρήστες του κτιρίου των χαρακτηριστικών του χώρου των µετρητών και κάθε κατασκευής που αφορά την παροχή ηλεκτρικού ρεύµατος, όπως θα έχουν διαµορφωθεί µε τις υποδείξεις της ∆ΕΗ. Ο χώρος αυτός και οι εγκαταστάσεις που βρίσκονται µέσα σ’ αυτόν κατασκευάζονται σύµφωνα µε την οδηγία της ∆ΕΗ «ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΜΕΤΡΗΤΙΚΩΝ ∆ΙΑΤΑΞΕΩΝ οδηγίες προς τους κατασκευαστές κτιρίων και τους ηλεκτρολόγους εγκαταστάτες».
Για την έκδοση της άδειας οικοδοµής, όταν ο όγκος της υπερβαίνει τον προβλεπόµενο από τους Ν. 4483/65 και 1277/82 (ΦΕΚ-103 Α’) ή τις ισχύουσες τροποποιήσεις απαιτείται η γνώµη της ∆ΕΗ, για την ανάγκη εγκατάστασης ηλεκτρικού υποσταθµού.
1.5. Για τη σύνδεση του µετρητή µε το δηµόσιο δίκτυο διανοµής ηλεκτρικής ενέργειας, προβλέπονται και κατασκευάζονται όσα απαιτούνται από τον ισχύοντα κανονισµό της ∆ΕΗ.
1.6. Σε κάθε νέο ή υφιστάµενο κτίριο ή τµήµα κτιρίου που προορίζεται για κατοικία ή εργασία ή παραµονή ατόµων (εξαιρούµενων των βιοµηχανικών χώρων ή ειδικών χώρων όπου η παρουσία ατόµων περιορίζεται σε εξειδικευµένα άτοµα χειριζόµενα ειδικές εγκαταστάσεις), απαγορεύεται η επί µονωτήρων στήριξη γραµµών των ηλεκτρικών εγκαταστάσεων.
Οι επιτρεπόµενες σύµφωνα µε τον παρόντα κανονισµό, γραµµές των ηλεκτρικών εγκαταστάσεων πρέπει να κατασκευάζονται ορατές ή χωνευτές στο επίχρισµα ή χωνευτές στο σκυρόδεµα στερεούµενες επί του ξυλοτύπου. Οι ορατές γραµµές που βρίσκονται σε ύψος κάτω των 2,40 µ. στους διάφορους χώρους πρέπει να παρουσιάζουν επαρκή µηχανική αντοχή ή να προστατεύονται κατάλληλα. Χωνευτές γραµµές κατασκευάζονται γενικά εντός σωλήνων, εκτός των περιπτώσεων όπου χρησιµοποιούνται εγκεκριµένου τύπου καλώδια σε ύψος άνω των 2,40 µ. από το δάπεδο.
Απαγορεύεται η λάξευση του φέροντα οργανισµού ή οποιαδήποτε µείωση της διατοµής του για τη χωνευτή τοποθέτηση ή στήριξη γραµµών ή συσκευών από τον υπεύθυνο εγκαταστάτη, χωρίς άδεια του επιβλέποντα µηχανικού.
Χωνευτές γραµµές τοποθετούνται κυρίως στο επίχρισµα και σε βάθος τουλάχιστον 5 mm. από την τελική επιφάνεια. Γραµµές µέσα στο σκυρόδεµα (ξυλότυπο) επιτρέπονται µόνο µέσα σε χαλυβδοσωλήνες επαρκούς αντοχής ή σε εγκεκριµένους για τέτοια χρήση πλαστικούς σωλήνες, απαγορευοµένης της κοπής ή παραµόρφωσης του σιδηρού οπλισµού του σκυροδέµατος κατά την τοποθέτηση των σωλήνων. Οι ηλεκτρικοί πίνακες διανοµής πρέπει να τοποθετούνται σε εύκολα προσπελάσιµη θέση µέσα στο κτίριο.
Ηλεκτρικοί πίνακες χωνευτοί απαιτούν τοίχους πάχους 15 cm ή µεγαλυτέρου.
Ο αγωγός γείωσης πρέπει να καταλήγει σε όλα τα σηµεία ρευµατοληψίας (φωτισµού ή ρευµατοδοτών ή συσκευών), έστω και αν τα αρχικά συνδεδεµένα φωτιστικά σώµατα δεν έχουν µεταλλικά µέρη ή τα δάπεδα των χώρων που είναι εγκατεστηµένα είναι µονωτικά. Όλοι οι ρευµατοδότες πρέπει να έχουν υποχρεωτικά επαφή γείωσης, σε οποιοδήποτε χώρο και αν είναι εγκατεστηµένα.
2.1. Σε κάθε κτίριο ή χώρο ειδικής χρήσης που πρόκειται να συνδεθεί µε το δίκτυο µέσης τάσης (ΜΤ) της ∆ΕΗ πρέπει να προβλέπονται οι αναγκαίοι χώροι για το σκοπό αυτό. Ο χώρος µέσα στον οποίο προορίζεται να εγκατασταθούν τα µηχανήµατα της ∆ΕΗ (κυψέλη εισόδου, εξόδου καλωδίου, κυψέλη προστασίας και κυψέλη µέτρησης) πρέπει να είναι κατασκευασµένο σύµφωνα µε τις τεχνικές οδηγίες της ∆ΕΗ. Οι ιδιωτικοί χώροι που προορίζονται για την εγκατάσταση µηχανηµάτων (πινάκων διανοµής, µετασχηµατιστών κλπ.) πρέπει να παρέχουν ευχερή προσπέλαση για ανθρώπους σε περίπτωση ανάγκης και δυνατότητα προσκόµισης µηχανηµάτων.
Για την εγκατάσταση του υποσταθµού υποβιβασµού τάσης, πρέπει να προβλεφθούν οι κατάλληλοι χώροι για την εγκατάσταση:
Από αυτούς, οι χώροι διακοπτών Μ.Τ. και µετασχηµατιστών Μ/Σ πρέπει να είναι κλειστοί και κατασκευασµένοι από άκαυστα υλικά µε µεταλλικές πόρτες από χαλυβδοέλασµα πάχους 1 mm κατ’ ελάχιστο µε ανοίγµατα αερισµού (περσίδες).
Το ελάχιστο ύψος του χώρου (κάτω από δοκούς κλπ.) πρέπει να είναι 3,00 m.
Ειδικά για τον πίνακα Μ.Τ., η απόσταση από τον αντικείµενο τοίχο πρέπει να είναι 1,20 m. κατ’ ελάχιστο.
Η ελάχιστη κατακόρυφη απόσταση του ψηλότερου σηµείου του Μ/Σ και του χαµηλότερου σηµείου της οροφής να είναι 0,40 m.
Οι χώροι του υποσταθµού σηµαίνονται υποχρεωτικά µε επιγραφές απαγόρευσης εισόδου, αναγγελίας κινδύνου και αναγγελίας ψηλής τάσης.
Συνιστάται η κατασκευαστική διαµόρφωση του χώρου, ώστε η ψύξη να επιτυγχάνεται µε φυσικό εξαερισµό. Απαγορεύεται η µεταβολή των οιωνδήποτε ανοιγµάτων αερισµού από τον κατασκευαστή ή τους χρήστες του κτιρίου καθώς και η παρεµπόδιση του αερισµού µε έµφραξη ή κάλυψη των ανοιγµάτων αυτών µε οποιαδήποτε αντικείµενα.
Ο χώρος του Μ/Σ πρέπει να διαθέτει είτε λεκάνη επαρκούς χωρητικότητας για την περισυλλογή του λαδιού σε περίπτωση διαρροής, χωρίς όµως να αφήνει στο λάδι ελεύθερη επιφάνεια προς αποφυγή πυρκαγιάς (π.χ. µε τοποθέτηση στη λεκάνη στρώµατος σκύρων κατάλληλου πάχους) είτε κατάλληλη διάταξη απαγωγής του λαδιού από το χώρο.
Ακόµα να ληφθούν τα κατάλληλα µέτρα για την πυρόσβεση βάσει των ισχυόντων κανονισµών.
Κατ’ εξαίρεση, επιτρέπεται πόρτα, που είναι αναγκαία για την πρόσβαση προς αυτό, εφ’ όσον έχει τα ακόλουθα χαρακτηριστικά :
α) Είναι στο σύνολό της σιδερένια και όπου έχει λαµαρίνα το πάχος της είναι 1,5 mm.
β) ∆εν έχει γρίλιες ή οποιοδήποτε άλλο άνοιγµα.
γ) Εφάπτεται σε πατούρες της κάσας σε πλάτος τουλάχιστον 25 mm.
δ) Έχει µηχανισµό επαναφοράς στην κλειστή θέση.
Εναλλακτικά, η πόρτα αυτή αρκεί να έχει δείκτη πυραντίστασης τουλάχιστο µισής ώρας, όπως προκύπτει από πιστοποιητικό αναγνωρισµένου εργαστηρίου.
Το ίδιο ισχύει και για τους χώρους από τους οποίους προβλέπεται διέλευση των πιο πάνω µηχανηµάτων.
Οι εγκαταστάσεις ασθενών ρευµάτων των κτιρίων περιλαµβάνουν:
3.1. Τηλεπικοινωνιακές εγκαταστάσεις.
3.2. Εγκατάσταση κεραίας λήψης ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών σηµάτων και εγκατάσταση διανοµής ραδιοτηλεοπτικών σηµάτων.
Κατ’ εξαίρεση επιτρέπεται η διασπορά των παραπάνω κεραιών, εφόσον το επιβάλλουν τεχνικοί λόγοι, ύστερα από άδεια της αρχής.
Τάση αγωγών ενέργειας σε
(V) |
Οριζόντια απόσταση σε (m) | Κατακόρυφη απόσταση σε
(m) |
Από 0 έως 750 | 1,25 | 2,50 |
Από 750 έως 25000 | 2,25 | 2,50 |
Με τους ίδιους κανονισµούς εγκρίνεται η κατασκευή κοινόχρηστης κεραίας σε κατάλληλη θέση (που να µην επηρεάζει το κτίριο ή τον οικισµό) και δικτύου διανοµής, ώστε το κτίριο ή τα κτίρια να τροφοδοτηθούν µε ραδιοτηλεοπτικά σήµατα από καλωδιακό εξωτερικό δίκτυο. Στην περίπτωση αυτή πρέπει να υπάρχει ειδική έγκριση του κρατικού φορέα µετάδοση ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών σηµάτων.
Άρθρο 31
Αλεξικέραυνα
Άρθρο 32
Γραµµατοκιβώτια.
Τοποθετούνται σε τέτοια θέση ώστε να είναι προσιτά από το εξωτερικό του κτιρίου χωρίς να χρειάζεται να ανοίγει πόρτα που υπόκειται σε κλείδωµα. Το 10% των γραµµατοκιβωτίων και όχι λιγότερο από 1, πρέπει να είναι προσιτό σε άτοµα µε ειδικές ανάγκες χρήστες αµαξιδίων.
Η θέση τους πρέπει να είναι εµφανής και κοντά στην πόρτα της κυρίας εισόδου του κτιρίου. Επιτρέπεται η τοποθέτησή τους πάνω στο φύλλο της πόρτας εισόδου.
Επιτρέπεται η τοποθέτησή τους στο προκήπιο. Απαγορεύεται να εξέχουν από τη ρυµοτοµική γραµµή.
Άρθρο 33
Κιβώτια προσωρινής αποθήκευσης απορριµµάτων.
Κάθε κτίριο πρέπει να διαθέτει κατάλληλο χώρο για τη συγκέντρωση και προσωρινή αποθήκευση των απορριµµάτων του κτιρίου µέχρι την αποκοµιδή τους από τα συνεργεία καθαριότητας.
Σε περίπτωση ύπαρξης προκηπίου ή τοποθέτησης της πρόσοψης του κτιρίου εσώτερα της οικοδοµικής γραµµής, ο χώρος αυτός µπορεί να γίνει στο προκήπιο ή τον παρόδιο ακάλυπτο χώρο.
Λεπτοµέρειες σχετικά µε τις προδιαγραφές που πρέπει να τηρούνται ανάλογα µε τον τρόπο δόµησης και τη συλλογή των απορριµµάτων κατά περιοχές καθορίζονται µε ειδικούς κανονισµούς.
Άρθρο 34
Αρµόδια αρχή.
Αρµόδια αρχή για την εφαρµογή του παρόντος κανονισµού είναι η κατά τόπους πολεοδοµική υπηρεσία.
Άρθρο 35
Έκταση εφαρµογής.
Άρθρο 36
Μεταβατικές διατάξεις.
Οικοδοµικές άδειες, που έχουν εκδοθεί µε προϊσχύουσες του παρόντος διατάξεις και ισχύουν, µπορούν να εκτελούνται ή αναθεωρούνται µε ή χωρίς αύξηση του όγκου τους σύµφωνα µε τις προϊσχύουσες διατάξεις. Επίσης σύµφωνα µε τις προϊσχύουσες διατάξεις µπορούν να εκδίδονται, εκτελούνται, και αναθεωρούνται µε ή χωρίς αύξηση του όγκου του κτιρίου οι άδειες εφόσον κατά τον χρόνο που ισχύουν οι προγενέστερες διατάξεις:
α) έχει υποβληθεί στην αρµόδια Πολεοδοµική Υπηρεσία αίτηση µε όλα τα σχέδια και τα δικαιολογητικά που απαιτούνται από τις σχετικές διατάξεις ή,
β) έχουν θεωρηθεί από την αρµόδια Πολεοδοµική Υπηρεσία τα σχέδια του προελέγχου που προβλέπονται από τις σχετικές διατάξεις ή,
γ) έχει εγκριθεί από τον αρµόδιο κατά περίπτωση φορέα µέσα στην τελευταία τριετία και ισχύει µελέτη ειδικού κτιρίου σχετική µε την λειτουργικότητά του µε ή χωρίς παρεκκλίσεις µε βάσει προϊσχύουσες διατάξεις ή,
δ) έχει υποβληθεί στην αρµόδια κατά περίπτωση Υπηρεσία αίτηση µε πλήρη αρχιτεκτονική µελέτη µέσα στην τελευταία διετία για έγκριση η οποία είναι αναγκαία σύµφωνα µε τις σχετικές διατάξεις για τη χορήγηση άδειας οικοδοµής ή,
ε) αν αφορά ανέγερση κτιρίου για το οποίο έχει προκηρυχθεί αρχιτεκτονικός διαγωνισµός βάσει της µε αριθµό Ε.27960/1665/7/30-9-1970 (ΦΕΚ Β 684) απόφασης Υπουργού ∆ηµοσίων Έργων ή µετά από πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος βάσει του άρθρου 11 παραγρ. 5 του Ν. 716/1977 (ΦΕΚ 295 Α).
Στην περίπτωση β οι προϊσχύουσες διατάξεις εφαρµόζονται αν η αίτηση για τη χορήγηση της οικοδοµικής άδειας µε όλα τα απαιτούµενα σχέδια και δικαιολογητικά υποβληθεί µέσα σε προθεσµία ενός έτους από την κατάργηση των αντίστοιχων προγενέστερων διατάξεων, ενώ στις περιπτώσεις γ, δ και ε η προθεσµία αυτή είναι δύο έτη.
Στην πιο πάνω περίπτωση α οι προϊσχύουσες διατάξεις εφαρµόζονται εφόσον δεν τεθεί ο φάκελος στο αρχείο σύµφωνα µε τις οικείες διατάξεις.
Άρθρο 37
Καταργούµενες διατάξεις Ν.∆.
Από την έναρξη ισχύος του παρόντος, καταργούνται:
α. Οι διατάξεις του Ν.∆. Β/1973 «περί Γενικού Οικοδοµικού Κανονισµού» οι οποίες εξακολουθούσαν να ισχύουν σύµφωνα µε το άρθρο 31 του Ν. 1577/85 (ΦΕΚ 210 Α/18-12-
85).
β. Το από 8-7-1930 Π.∆. «περί κατασκευής και επισκευής πεζοδροµίων» (ΦΕΚ 239 Α/14-7-
30).
γ. Το από 23-1-1932 Π.∆. «περί κατασκευής και επισκευής πεζοδροµίων Αθηνών» (ΦΕΚ 24 Α/27-1-1932).
δ. Το από 9-7-1935 Π.∆. «περί επεκτάσεως της ισχύος του από 23-1-1932 διατάγµατος περί κατασκευής και επισκευής πεζοδροµίων Αθηνών» (ΦΕΚ 330 Α/18-7-1935).
ε. Το από 18-1-1954 Β.∆. «περί ανακατασκευής πεζοδροµιών επί γενικώς διαρρυθµιζοµένων ή ανακατασκευαζοµένων δηµόσιων οδών» (ΦΕΚ 27 Α/18-2-1954). στ. Το από 23-5-83 Π.∆. «Απαγόρευση τοποθετήσεως υπόγειων δεξαµενών κάτω από τα πεζοδρόµια κοινόχρηστων χώρων» (ΦΕΚ 262 ∆/23-6-83).
ζ. Η υπ’ αριθµ. 20452/484/19-2-1986 απόφαση του Υπουργού ΠΕΧΩ∆Ε «Κτιριοδοµικός κανονισµός για το φωτισµό και αερισµό κτιρίων» (ΦΕΚ 44 Β/19-2-1986).
Άρθρο 38
Το παρόν άρθρο περιλαµβάνει τα παρακάτω σχήµατα µε αριθµ. 1 έως και 10, που αποτελούν αναπόσπαστο τµήµα της παρούσας απόφασης.
Άρθρο 39
Η ισχύς του παρόντος κανονισµού αρχίζει από τις 18 Φεβρουαρίου 1989. Η απόφαση αυτή να δηµοσιευθεί στην Εφηµερίδα της Κυβερνήσεως.
Αθήνα, 30 Ιανουαρίου 1989